Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018

«Αραβοποίηση Πατριαρχείου Ιεροσολύμων ή διατήρηση του status quo με καινοτόμες λύσεις;» Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου (δημοσιεύθηκε στο Βήμα της Κυριακής, 10-6-2007)


Δυστυχώς τα προβλήματα που υπάρχουν στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων δεν είναι πρόσφατα, αλλά παρατηρούνταν ακόμη και από την περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας στους Αγίους Τόπους και τα μετέπειτα χρόνια, όταν μερικοί αμφισβητούσαν το εκκλησιαστικό και ελληνικό-ρωμαίϊκο status quo της περιοχής, αλλά τελικά επικυρώνονταν στην κυριαρχία των Ελλήνων-Ρωμηών της Αγιοταφικής Αδελφότητας. Όποιος μελετήσει την ιστορία του θέματος, θα αντιληφθή το πρόβλημα που κατά καιρούς ανέκυπτε.
Σκεπτόμενος το θέμα, κατέληξα σε μερικές διαπιστώσεις, τις οποίες παραθέτω προς ευρύτερη συζήτηση και μελέτη των παραμέτρων και επεξεργασία τους από τους ειδικούς, που ίσως να αποτελή μια πιθανή λύση του προβλήματος. Κανένας δεν είναι αλάθητος, αλλά όλοι μας μπορούμε να προσφέρουμε τις σκέψεις μας, οι οποίες ίσως να βοηθήσουν για μια πιθανή λύση του προβλήματος από τους ειδημόνες και τους έχοντες αρμοδιότητα.

1. Η ιδανική κατάσταση

Η ιδανική κατάσταση που θα έπρεπε και θα μπορούσε να επικρατή στο παλαίφατο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων είναι η οικουμενικότητα στην διοίκηση και την ποιμαντική διακονία, μέσα στο «πνεύμα» της ορθοδόξου εκκλησιολογίας και της Ρωμηοσύνης. Αυτό σημαίνει ότι οι αραβόφωνοι και ελληνόφωνοι ορθόδοξοι Χριστιανοί θα αποτελούσαν ένα ποίμνιο και οι καταλληλότεροι από αυτούς, χωρίς διακρίσεις από πλευράς γλώσσας και καταγωγής, θα γίνονταν Κληρικοί, Επίσκοποι και Πατριάρχες. Αυτός θα ήταν ο ιδανικός σκοπός και η υψίστη προοπτική της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

2. Τα υπάρχοντα προβλήματα

Η ιδανική και επιθυμητή αυτή κατάσταση, ιδιαιτέρως σήμερα με τα νέα δεδομένα που υφίστανται στην περιοχή δεν μπορεί να επικρατήση, γιατί ασκούνται διάφορες πολιτικές πιέσεις. Για παράδειγμα. Η πλειονότητα της Αγιοταφικής Αδελφότητος είναι ελληνικής καταγωγής και το ποίμνιο είναι αραβόφωνο (Άραβες, Παλαιστίνιοι και Ιορδανοί) που έχουν πολιτική αναφορά στις δικές τους εθνικές διοικήσεις. Έπειτα, η de jure διοίκηση του Πατριαρχείου προϋποθέτει να εξασκήται με τον ιορδανικό νόμο του 1958, ο οποίος όμως δεν μπορεί να εφαρμοσθή, λόγω της de facto ισραηλινής κυριαρχίας. Ακόμη, οι Ποιμένες του Πατριαρχείου πρέπει να υποστηρίζουν τα δίκαια του αραβοφώνου ποιμνίου του, πράγμα το οποίο έρχεται σε αντίθεση με την Κυβέρνηση του Ισραήλ, και όταν δεν το κάνη, για να μη εμπλακή ακόμη περισσότερο στις πολιτικές διενέξεις, τότε προδίδει το ποίμνιο. Επί πλέον, η καταγραφή της περιουσίας του Πατριαρχείου και η διατήρησή της η η απόκτησή της από άλλους συνδέεται στενά με την μελλοντική διευθέτηση του μεσανατολικού ζητήματος.
Με αυτές τις προϋποθέσεις η Εκκλησία στην περιοχή αυτή εμπλέκεται οπωσδήποτε στις πολιτικές και εθνικιστικές πιέσεις, χάνοντας το σωτηριώδες και απολυτρωτικό της έργο που είναι η σωτηρία των ανθρώπων, για τους οποίους σταυρώθηκε και αναστήθηκε ο Χριστός και μετατρέπεται σε μια εγκοσμιοκρατική Θρησκεία που χειρίζεται πολιτικές και εθνικιστικές σκοπιμότητες, προσπαθώντας να κρατήση πολλές ισορροπίες.

3. Η πιθανή λύση

Παρατηρώντας αυτό το γεγονός, διαπιστώνω ότι υπάρχουν δύο πιθανές λύσεις.
Η πρώτη να μείνουν τα πράγματα ως έχουν, με αποτέλεσμα να εμπλέκεται το Πατριαρχείο στις διαμάχες της περιοχής με πιθανότητα, αν και δύσκολα, να καταλήξη στην «αραβοποίηση», αφού το ποίμνιό του αποτελείται από Άραβας, Ιορδανούς, Παλαιστινίους και ελαχίστους Έλληνες και κατ’ αυτόν τον τρόπο να ανατραπή και να μετατραπή το εκκλησιαστικό προσκυνηματικό status quo στην περιοχή αυτή. Στην περίπτωση αυτή τα προβλήματα θα οξυνθούν ακόμη περισσότερο, λόγω της κυριαρχίας του Ισραήλ.
Η δεύτερη πιθανή λύση –και η πιο ριζοσπαστική– είναι να παραμείνη το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, όπως χαρακτηρίζεται, ως «Ελληνορθόδοξον (Ρουμ Όρθοντοξ) Πατριαρχείον» η «Μοναστήριον του Παναγίου Τάφου» η «Αγιοταφική Αδελφότης, η Ελληνορθόδοξον (Ρουμ Όρθοντοξ) Μοναστήριον», και να διοική τα προσκυνήματα, χωρίς να εμπλέκωνται στην διοίκηση οι αραβόφωνοι ορθόδοξοι. Άλλωστε, τα φιρμάνια κατά την διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας εκδίδονταν για τους Έλληνες και η δικαιοδοσία αυτή συνεχιζόταν και κατά τους νεώτερους χρόνους, μετά την απελευθέρωση της περιοχής από τους Οθωμανούς. Αυτό σημαίνει ότι η Αγιοταφική Αδελφότητα θα αποτελήται από Έλληνες, το Πατριαρχείον θα διοικήται από Έλληνες, τα προσκυνήματα θα παραμείνουν ως Ιερές Μονές-Προσκυνήματα της Αγιοταφικής Αδελφότητας, θα δέχωνται τους προκυνητές και φυσικά το Πατριαρχείο θα ποιμαίνη αυτούς που θα θελήσουν, με δική τους πρωτοβουλία, να ανήκουν στα ιερά αυτά προσκυνήματα –Μοναστήρια.
Η τελευταία αυτή λύση έχει πολλά πλεονεκτήματα. Το ένα ότι δεν θα υπονομευθή το εκκλησιαστικό status quo στην περιοχή αυτή, γιατί διαφορετικά αν παρ' ελπίδα αραβοποιηθή το Πατριαρχείο, τότε τα προβλήματα θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο. Το άλλο πλεονέκτημα είναι ότι η Εκκλησία θα απεμπλακή από τις πολιτικές πιέσεις που ασκούνται και θα ασκηθούν ακόμη περισσότερο στην εύθραυστη και επικίνδυνη αυτή περιοχή. Έτσι, η αναγνώριση του εκλεγέντος κάθε φορά Πατριάρχου από τις εμπλεκόμενες πολιτικές και εθνικές διοικήσεις δεν θα στηρίζεται σε πολιτικά και εθνικά κίνητρα, αλλά και δεν θα χρειάζεται να γίνη αναγνώριση. Επί πλέον θα δοθή η δυνατότητα στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων να είναι παράγων ειρήνης στην περιοχή, γιατί θα εκτελή το εκκλησιαστικό έργο του ελεύθερο, χωρίς να εμπλέκεται σε πολιτικές και εθνικιστικές σκοπιμότητες.
Στο υφιστάμενο, λοιπόν, δίλημμα, αραβοποίηση η διατήρηση του ήδη υπάρχοντος εκκλησιαστικού status quo –λειτουργία των προσκυνημάτων ως Μοναστηριών υπό ελληνορθόδοξη διοίκηση– θα πρέπη ασφαλώς να προτιμηθή το δεύτερο που θα διαδραμματίση έναν ευεργετικό ρόλο στην περιοχή αυτή και θα διασώση κατά τον καλύτερο τρόπο την εκκλησιαστικότητα του Πατριαρχείου, το οποίο θα λειτουργή ως «Μέγα Μοναστήρι».

4. Αραβόφωνες εκκλησιαστικές διοικήσεις

Φυσικά, μια τέτοια λύση θα εξετάση και τις άλλες εκκλησιαστικές παραμέτρους, όπως τα ενδεχόμενα εκκλησιαστικά σχίσματα που θα αναφυούν. Νομίζω, όμως, ότι το μείζον είναι να διατηρηθούν τα προσκυνήματα και τα Μοναστήρια της περιοχής αυτής στην Ελληνορθόδοξη Αδελφότητα, ανεξάρτητα από πολιτικές σκοπιμότητες και εκατέρωθεν εθνικιστικές πιέσεις. Παραλλήλως, όμως, θα πρέπη να εξετασθή και το ενδεχόμενο να δημιουργηθούν στην Ιορδανία και την Παλαιστίνη ιδιαίτερες αυτόνομες αυτοδιοίκητες εκκλησιαστικές διοικήσεις, όπως με σοφία και διάκριση έκανε στο παρελθόν το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις σλαυϊκές και βαλκανικές χώρες, η ημιαυτόνομες διοικήσεις, όπως λειτουργεί η Εκκλησία της Κρήτης. Στις διοικήσεις αυτές, με οποιαδήποτε μορφή, θα ποιμαίνουν Άραβες, Ιορδανοί και Παλαιστίνιοι Κληρικοί-Επίσκοποι, κάτω από την γενική η ειδική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Το άρθρο αυτό δεν θέλει να επιλύση τα θέματα, αλλά παρουσίασε μια δυνατότητα ριζοσπαστικής λύσης, που θα αξιοποιηθή κατάλληλα από την συνεργασία μεταξύ Πατριαρχείου, Ελληνικής Κυβερνήσεως και Ισραηλινής Κυβερνήσεως, για την απεμπλοκή του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων από την κρίση, που δεν είναι σύγχρονη, αλλά διαχρονική και αναμένεται δυστυχώς να οξυνθή.

Σύντομο Ιστορικό για το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων

του Φαίδωνα Χριστοδουλάκη,
από το περιοδικό Church&Diplomacy
Με πρώτο Επίσκοπό της τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο και γενέθλια ημέρα αυτή της Πεντηκοστής η Εκκλησία των Ιεροσολύμων έχει να επιδείξη μακρά ιστορική πορεία.
Μετά από την εποχή των σκληρών διωγμών από τους Ρωμαίους η ακμή της θα έρθη επί Μεγάλου Κωνσταντίνου, περίοδο κατά την οποία χρονολογείται και ο τεράστιος οικοδομικός πλούτος των Προσκυνημάτων της Αγίας Γης από την μητέρα του, αγία Ελένη.
Με απόφαση της Δ Οικουμενικής Συνόδου το 451 μ.Χ. η Εκκλησία των Ιεροσολύμων θα ανυψωθή σε Πατριαρχείο και από τότε θα αρχίση να αναπτύσσεται ο Μοναχισμός με την ανάδειξη μερικών από τις λαμπρότερες προσωπικότητες της ιστορίας του που θα "γεννήση" το Τάγμα των "Σπουδαίων", την πρώϊμη μορφή της Αγιοταφικής Αδελφότητας.
Η περσική εισβολή του 614 μ.Χ. θα ανακόψη την ακμάζουσα πορεία και θα οδηγήση μια 15ετια αργότερα την Ιερουσαλήμ στα χέρια των Αράβων και την έναρξη των αυθαιρεσιών με την αναγνώριση ελαχίστων δικαιωμάτων στην Εκκλησία.
Σκληροί διωγμοί θα σημαδέψουν εκ νέου το Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων τον 9ο αιώνα και θα ενταθούν με την έλευση των Σταυροφόρων το 1099, η ήττα των οποίων από τους Μαμελούκους θα δώση ανάσα στους Έλληνες μέχρι τον 14ο αιώνα. Εκείνη την εποχή θα ξεκινήση το νέο κύμα διωγμών, ενώ θα αρχίσουν να κάνουν την εμφάνισή τους οι Φραγκισκανοί, οι Ιακωβίτες και οι Αρμένιοι, αλλά και οι Σέρβοι και οι Γεωργιανοί Ορθόδοξοι.
Με την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, το 1453, οι Πατριάρχες Ιεροσολύμων θα εξασφαλίσουν κάποια θετική στάση εκ μέρους των Τούρκων, βάσει της οποίας θα διαμορφωθή το προσκυνηματικό καθεστώς (status quo) που θα παγιωθή αργότερα τον 18ο αιώνα και θα οδηγήση στην διαδικασία εσωτερικής οργάνωσης του Πατριαρχείου, χωρίς να εξαλείψη τις εντάσεις μεταξύ Ελλήνων, Λατίνων και Αρμενίων.
Η Επανάσταση του 1821 θα επιφέρη νέο κύκλο προβλημάτων με αποκορύφωμα το 1843 την υποκινούμενη από ρωσσικά συμφέροντα ένταση μεταξύ ελληνοφώνων και αραβοφώνων. Η τελική επανακατοχύρωση του status quo στους Αγίους Τόπους θα έρθη με την Συνθήκη των Παρισίων, το 1856, και το Συνέδριο του Βερολίνου, το 1878, για να ακολουθήσουν η Κοινωνία των Εθνών και ο ΟΗΕ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου