Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018

Νομοσχέδιο για την Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου (Δημοσιεύθηκε στο Βήμα της Κυριακής, 12-11-2006)


Στην πρόσφατη Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος συζητήθηκε το νομοσχέδιο σχετικά με την εκκλησιαστική δικαιοσύνη, το οποίο καταρτίσθηκε από την ειδική Επιτροπή που συγκρότησε το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και ψηφίσθηκε από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η επόμενη πράξη είναι να αποσταλή στο Ελληνικό Κοινοβούλιο προς ψήφιση.
Η βασική καινοτομία του νομοσχεδίου αυτού είναι η εισαγωγή του θεσμού του Εκδίκου – Πρωτεκδίκου. Πρόκειται για θέσπιση «οιονεί εισαγγελέως» στην απόδοση της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης.
Το όλο σκεπτικό του νομοσχεδίου είναι ότι γίνεται διάκριση μεταξύ εισαγγελικής και δικαστικής αρχής, κατά απομίμηση της πολιτικής δικαιοσύνης. Αυτό έγινε για να εκσυγχρονισθή η απόδοση του εκκλησιαστικού δικαίου, αλλ' όμως δημιουργεί διάφορα εκκλησιαστικά και κανονικά προβλήματα.
Κατ' αρχάς ο έκδικος, η εκκλησιοέκδικος υφίσταται μεν στους κανόνας και την παράδοση της Εκκλησίας, αλλά έχει διαφορετική σημασία. Γενικά ο έκδικος είναι ο συνήγορος της Εκκλησίας που προστατεύει τους πτωχούς από την αυθαιρεσία των πλουσίων και παρεμβαίνει στην πολιτική διοίκηση για θέματα που αφορούν την Εκκλησία. Δεν έχει καμμιά σχέση με τον θεσμό του εισαγγελέως, όπως παρουσιάζεται στο νομοσχέδιο.
Επί πλέον δεν έχει καμμία θέση ο εισαγγελεύς στην απόδοση της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης, γι' αυτό και ο έκδικος ως «ο οιονεί εισαγγελεύς» δεν συμβαδίζει με την θεολογία της Εκκλησίας.
Για να γίνη αυτό κατανοητό θα πρέπη να σημειωθή ότι οι αποφάσεις των εκκλησιαστικών δικαστηρίων δεν είναι ποινές με την κοσμική έννοια του όρου, αλλά θεραπευτικές ενέργειες-πράξεις. Δηλαδή, η αργία, η ακοινωνησία, η καθαίρεση στην θεολογία της Εκκλησίας δεν ερμηνεύονται δικανικά, αλλά ιατρικά, διότι θεραπεύουν τον άνθρωπο και προστατεύουν τον όλο οργανισμό της Εκκλησίας. Άλλωστε στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν παραδεχόμαστε την αρχή της ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης, όπως ανέπτυξε την θεωρία αυτή ο Άνσελμος Καντερβουρίας, έχοντας υπ' όψη του τις αρχές του φεουδαλιστικού συστήματος περί αποκαταστάσεως της τάξεως στην κτίση και της ικανοποιήσεως του «φεουδάρχη Θεού», αλλά πιστεύουμε στην αρχή της αγάπης του Θεού και της θεραπείας του ανθρώπου. Ο Χριστός, όπως τον παρουσιάζει σε έναν λόγο του ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, είναι ιατρός-θεραπευτής. Στην αναγνώριση του ανθρώπου ότι είναι «αμαρτωλός και ακάθαρτος» ο Χριστός απαντά: «Μη σοι μελέτω, ιατρός ειμί».
Έπειτα, κατά την νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας τα εκκλησιαστικά δικαστήρια νοούνται ως πειθαρχικά συμβούλια και όχι ως δικαστήρια, σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος, το οποίο απαιτεί μονίμους εξειδικευμένους δικαστές που απασχολούνται μόνον με το έργο της αποδόσεως της δικαιοσύνης. Όμως τα εκκλησιαστικά δικαστήρια δεν μπορούν να εξισωθούν με τα ποινικά, όπως το προϋποθέτει η σχετική νομοθεσία, διότι ούτε μόνιμοι δικαστές υπάρχουν, ούτε διέπονται από τον νόμο περί πολιτικής δικαιοσύνης.
Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται είναι: Τα εκκλησιαστικά δικαστήρια είναι δικαστήρια με την σημασία που αποδίδει το Σύνταγμα και οι νόμοι η είναι πειθαρχικά συμβούλια; Εάν είναι εκκλησιαστικά δικαστήρια, τότε δεν έχει αρμοδιότητα ο «οιονεί εισαγγελεύς» - έκδικος, διότι κατά την απονομή της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης προέχει η θεραπεία και όχι η ποινή. Εάν είναι πειθαρχικά συμβούλια, τότε και πάλι δεν έχει αρμοδιότητα ο «οιονεί εισαγγελεύς» - έκδικος, διότι σε κανένα πειθαρχικό συμβούλιο δεν προϋποτίθεται η παρουσία εισαγγελέως.
Προφανώς τα εκκλησιαστικά δικαστήρια δεν είναι ούτε δικαστήρια με την πολιτική σημασία του όρου, ούτε πειθαρχικά συμβούλια με την διοικητική έννοια του όρου. Είναι όργανα της Εκκλησίας που εφαρμόζουν τους ιερούς Κανόνες σε παρεκτροπές Κληρικών για την θεραπεία τους και την προφύλαξη των άλλων μελών της Εκκλησίας. Και σε αυτήν την περίπτωση είναι, θα λέγαμε, sui generis δικαστήρια, τα οποία από πλευράς εκκλησιαστικού δικαίου συνδέονται με το τρίτο (3) άρθρο του Συντάγματος, στο οποίο γίνεται λόγος ότι η Εκκλησία «γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού• τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις». Επομένως, δεν έχει καμμία θέση στα εκκλησιαστικά δικαστήρια ο «οιονεί εισαγγελεύς» - έκδικος - πρωτέκδικος.
Στις ημέρες μας γίνεται πολύς λόγος για τον χαλαρό η τέλειο «χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας» η καλύτερα για την οριοθέτηση των σχέσεων μεταξύ εκκλησιαστικής και πολιτικής διοίκησης. Ένα από τα σημεία στα οποία θα εστιασθή η συζήτηση για την διακριτότητα των ρόλων, όταν αυτή γίνη, είναι ο νόμος περί της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης. Θα τεθή το ερώτημα: Γιατί να υπάρχη νόμος που ψηφίζεται από το Κοινοβούλιο για την απόδοση του εκκλησιαστικού δικαίου, βάσει των ιερών Κανόνων, και να μη αφήνεται η Εκκλησία να ρυθμίζη ελεύθερα τα του οίκου της;
Είναι, λοιπόν, ευκαιρία με αφορμή τον εκσυγχρονισμό της αποδόσεως της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης να προσεχθή ιδιαίτερα το θέμα αυτό. Έτσι αντί να ψηφισθή ένας νέος λεπτομερής νόμος που να παραπέμπη στην αρχή της «νόμω κρατούσης πολιτείας», θα πρέπη, κατά την γνώμη μου, να ψηφισθή ένας νόμος με ελάχιστα άρθρα δια των οποίων θα εξουσιοδοτήται η Ιεραρχία της Εκκλησίας, να συγκροτήση εκείνη έναν Κανονισμό, βάσει των ιερών Κανόνων, για την απονομή του εκκλησιαστικού δικαίου.
Σε μια τέτοια περίπτωση δεν έχει καμμιά θέση ο «οιονεί εισαγγελεύς» - έκδικος, αφού αυτό δεν συμβιβάζεται με την θεολογία της Εκκλησίας ως προς την αμαρτία και την μετάνοια, διότι όπως προείπαμε, στην θεραπευτική προοπτική της μετανοίας δεν συμβιβάζεται καμμία δικανική νοοτροπία περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης. Πως είναι δυνατόν ο φιλάνθρωπος Θεός, ο Θεός της αγάπης, και η Εκκλησία ως το πνευματικό θεραπευτήριο να χρειάζωνται έναν «οιονεί εισαγγελέα» που να ασκή ποινική δίωξη;
Ένας φεουδάρχης Θεός δεν έχει καμμιά σχέση με την ορθόδοξη θεολογία, αλλά παραπέμπει στον δυτικό μεσαίωνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου