Η δύναμη της ψήφου για τις ανθρώπινες
κοινωνίες είναι μεγάλη και εκφράζει το δημοκρατικό πολίτευμα κάθε
Πολιτείας, με την οποία αναδεικνύονται οι ηγέτες.
Σίγουρα η ψήφος είναι έκφραση των
ιδεολογιών, των προσδοκιών και των οραμάτων κάθε ανθρώπου, αλλά
συγχρόνως είναι και έκφραση αντίστασης και δυσαρέσκειας. Έτσι, η ψήφος
μέσα της έχει και θετικά και αρνητικά στοιχεία και εξαρτάται κάθε φορά
από την νοοτροπία του ψηφοφόρου. Ενώ είναι μια ψήφος που εκφράζεται με
σταυρό η με λευκό ψηφοδέλτιο, εντός της κρύβει μία προσωπική ιστορία
κάθε ψηφοφόρου. Τι θα μπορούσαμε να ακούσουμε αν υπήρχε δυνατότητα να
κάνουμε ένα «ψυχογράφημα της ψήφου»! Βεβαίως, μερικοί σύγχρονοι
επιστήμονες εκλογολόγοι αναλυτές έχουν τις προϋποθέσεις και τους τρόπους
να ανιχνεύουν αυτά τα μύχια των ψήφων και τις προθέσεις των ψηφοφόρων,
αλλ' αυτό δεν μπορεί να γίνη με ακρίβεια.
Πέρα από αυτό η ψήφος στα διάφορα
πολιτεύματα και ομάδες ανθρώπων δίδεται με πολλούς τρόπους, ήτοι δια
βοής, δι’ ανατάσεως της χειρός, δι’ ονομαστικής ψηφοφορίας και δια
μυστικής ψηφοφορίας. Κάθε είδος ψηφοφορίας εξαρτάται από τον χρόνο και
τον τόπο, από τις νοοτροπίες και τις καταστάσεις που επικρατούν. Θα
πρέπη σε όλες αυτές τις περιπτώσεις να εξασκήται με προσωπική ελευθερία,
δηλαδή ο ψηφοφόρος να ενεργή ως πρόσωπο, που σημαίνει, εκτός των άλλων,
να έχη την δυνατότητα ελεύθερης επιλογής και έκφρασης.
Όμως, τα πρώτα είδη ψηφοφορίας, ήτοι δια
βοής, ανατάσεως της χειρός και ονομαστικής ψηφοφορίας, είναι ενδεχόμενο
να ερμηνευθούν ως έκφραση ανδρείας και δημοκρατικής ευαισθησίας και
συνειδήσεως, αλλά είναι ενδεχόμενο και να εκφράζουν πίεση, εξαναγκασμό
και φόβο. Αντίθετα, η μυστική ψηφοφορία διασώζει περισσότερα στοιχεία
ελευθερίας, χωρίς όμως να απαλλάσσεται από την αίσθηση του φόβου. Τα
θετικά στοιχεία είναι περισσότερα από τα αρνητικά. Με την μυστική
φηφοφορία διασώζονται τα προσωπικά στοιχεία της ελευθερίας, της
αποδέσμευσης από ποικίλες εξαρτήσεις, της αποφυγής συγκροτήσεως
ιδιαίτερων ομάδων και σχηματισμών.
Αυτό γίνεται στα πολιτικά και κοινωνικά
πράγματα, αφού οι προτάσεις γίνονται αποδεκτές η όχι με ψηφοφορίες όλων
των ειδών και εξαρτάται από την ευαισθησία των διαφόρων ηγετών και από
τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται την εξάσκηση της εξουσίας. Αυτό,
όμως, γίνεται και στα εκκλησιαστικά πράγματα, κυρίως στο επίπεδο της
Ιεραρχίας που θα ήθελα να σχολιάσω. Εδώ δεν εννοώ τις ψηφοφορίες για την
εκλογή Μητροπολιτών και Αρχιεπισκόπου, που γίνονται με κάλπη και
μυστική ψήφο, αλλά τις ψηφοφορίες που γίνονται στα Συνοδικά Όργανα, ήτοι
την Διαρκή Ιερά Σύνοδο και την Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της
Ελλάδος, για διάφορα σοβαρά θέματα που καθορίζουν την ζωή της Εκκλησίας.
Κατά καιρούς έχουν δοκιμασθή και
ενεργοποιηθή όλα τα είδη της ψηφοφορίας. Τα χρόνια που συμμετέχω στα
Συνοδικά Όργανα διαπίστωσα ότι κυριαρχούσαν η ψηφοφορία δια βοής, δι’
ανατάσεως της χειρός και μερικές φορές δια ονομαστικής ψηφοφορίας. Μόνον
μια φορά, από ο,τι θυμάμαι, πριν μερικά χρόνια ετέθη κάλπη για να γίνη
μυστική ψηφοφορία, ίσως γιατί το θέμα ήταν τέτοιο που προσδοκούσε ο
μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος θετική ψήφο και το αποτέλεσμα
υπήρξε έκπληξη γι’ αυτόν. Για πάνω από σαράντα χρόνια και βεβαίως και
νωρίτερα οι Συνοδικές αποφάσεις λαμβάνονταν με συνοπτικές διαδικασίες,
που μερικές προβλημάτιζαν κάθε σκεπτόμενο Επίσκοπο. Αλλά με τέτοιους
τρόπους δοκιμάζεται σκληρά η ελευθερία του Επισκόπου. Βεβαίως, και εδώ
αναδεικνύεται το ελεύθερο πρόσωπο που ενεργεί κατά Θεόν, κατά συνείδηση
και κατά δικαιοσύνη.
Στην πρόσφατη πρώτη Συνεδρίαση της
Ιεραρχίας, επί αρχιεπισκοπείας Ιερωνύμου, έγινε μια θετική αλλαγή στο
θέμα αυτό που νομίζω θα συνεχισθή. Και αυτό δεν έγινε αντιληπτό από τους
περισσότερους που ασχολούνται με τα εκκλησιαστικά, όσο θα έπρεπε, και
αυτό δείχνει την αλλαγή που επήλθε στα εκλησιαστικά πράγματα.
Συγκεκριμένα για το θέμα της εκλογής των
Βοηθών Επισκόπων ετέθησαν προτάσεις προκειμένου να αποφασίση η Ιεραρχία
η δι’ ανατάσεως της χειρός, η με ονομαστική ψηφοφορία η με μυστική
ψηφοφορία και ο Αρχιεπίσκοπος χωρίς δισταγμό, κατέληξε στην τελευταία
πρόταση (μυστική ψηφοφορία) την οποία, άλλωστε, υπεστήριζε από καιρό.
Και έτσι στήθηκε κάλπη για να ληφθή η συγκεκριμένη αρνητική απόφαση.
Νομίζω ότι αν ήθελε και γινόταν η ψηφοφορία δι’ ανατάσεως της χειρός η
με κατάσταση (ονομαστική ψηφοφορία) θα ήταν θετική, αφού η πρόταση της
εκλογής Βοηθών Επισκόπων είχε υποστηριχθή από πολλούς και παλαιούς
Αρχιερείς.
Οι περισσότεροι παρουσιαστές με ευκολία
κατέληξαν στο ότι η άρνηση της πλειοψηφίας των Ιεραρχών να δεχθή την
απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ήταν αποτυχία του Αρχιεπισκόπου.
Όμως, προσωπικά νομίζω ότι η μυστική ψηφοφορία ήταν μεγάλη επιτυχία του
Αρχιεπισκόπου και γενικότερα του Συνοδικού συστήματος. Ο Αρχιεπίσκοπος,
από ο,τι γνωρίζω, θέλει να σπάση την άποψη ότι πρέπει να δίνη γραμμές,
να επιβάλλεται στην ψηφοφορία και να καθορίζη τις εξελίξεις. Άλλο είναι η
πρόταση και άλλο η λεγόμενη γραμμή. Ο κάθε Αρχιεπίσκοπος δεν πρέπει να
παγιδεύη την Ιεραρχία και να την ποδηγετή, αλλά να αφουγκράζεται τις
απόψεις των Ιεραρχών, να προτείνη ενδεχομένως, αλλά ούτε να θεωρή
επιτυχία την αποδοχή της προτάσεώς του, ούτε ως αποτυχία την μη αποδοχή
της. Επί τέλους πρέπει να απομακρυνθούν από την Ιεραρχία τέτοιες
πρακτικές που ενδεχομένως μπορούν να υπάρχουν σε άλλους χώρους.
Η πολιτική, κοινωνική, αλλά και
εκκλησιαστική πείρα έχει αποδείξει ότι όταν ο ηγέτης, Πολιτικός η
Εκκλησιαστικός, στηρίζεται σε πλειοψηφίες, η στον καταρτισμό δικής του
ομάδας, η στην αστυνόμευση της βούλησης των συνεργατών του και των μελών
του χώρου που ηγείται, βλέπει πολύ σύντομα το οικοδόμημα που θέλησε να
κατασκευάση να καταρρέη παταγωδώς. Τα «απολυταρχικά» καθεστώτα δεν
αντέχουν στον χρόνο και οι βιασμένες συνειδήσεις πολύ γρήγορα
επαναστατούν. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος έγραφε: «Το βία υποταττόμενον
στασιάζει καιρού λαβόμενον». Αυτό που μένει και έχει αξία είναι ότι ο
κάθε ηγέτης για να αφήση έργο διαχρονικό πρέπει να διοική σταυρικά και
κενωτικά.
Από την πρόσφατη Ιεραρχία προσωπικά
χάρηκα αυτήν την σημαντική αλλαγή, να λαμβάνονται δηλαδή σοβαρές
αποφάσεις με μυστική ψηφοφορία. Ένας παλαιός πεπειραμένος Αρχιερεύς
έγραψε ότι ένας από τους μεγάλους πειρασμούς κάθε εκκλησιαστικού ηγέτου
είναι ο πειρασμός της δύναμης, την οποία επιδιώκει να χρησιμοποιή με
τρόπους που βρίσκονται μακρυά από τον ταπεινό και πνευματικό χώρο της
Εκκλησίας. Ο πειρασμός αυτός αντιμετωπίζεται με την ολοκληρωμένη
προσωπικότητα, με στέρεη θεολογία και ηυξημένο εκκλησιαστικό φρόνημα.–
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου