Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Ἡ Σύναξη τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου



Τήν περίοδο 6-9 Μαρτίου ἐ.ἔ. πραγματοποιήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη ἡ Σύναξη τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί ἀκολούθησε ἡ πανηγυρική θεία Λειτουργία κατά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, κατά τήν ὁποία διαβάσθηκε τό μήνυμα τῆς Συνάξεως αὐτῆς πού ἀναφέρεται καί σέ σύγχρονα γεγονότα πού δημιουργοῦν προβλήματα στίς Χῶρες καί τούς ἀνθρώπους. Στήν θεία Λειτουργία δέν παρευρέθηκαν οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ τρίτου κατά σειρά Πατριαρχείου Ἀντιοχείας.

Δέν γνωρίζω ἐπακριβῶς τά ὅσα ἔγιναν καί συζητήθηκαν κατά τίς Συνεδριάσεις, ἀλλά ἐνημερώθηκα, ὅπως ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τόν ἔντυπο καί ἠλεκτρονικό τύπο. Ἐλπίζω δέ ὅτι κάποια στιγμή θά γίνη ἐνημέρωση καί στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὥστε ὡς ὑπεύθυνοι Ἀρχιερεῖς νά ἔχουμε ἀσφαλῆ γνώση σέ τέτοια σοβαρά ζητήματα πού ἅπτονται τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας.

Παρά τήν ἐλλιπῆ, πρός τό παρόν, γνώση θά καταγραφοῦν μερικές σκέψεις μου πάνω στά σοβαρά αὐτά ζητήματα, ἀπό τά κείμενα πού διάβασα.
1. Ἡ θεματολογία τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου

Ἡ Σύναξη τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἀποφάσισε τήν συγκρότηση Εἰδικῆς Διορθοδόξου Ἐπιτροπῆς, ἡ ὁποία θά ἀποτελῆται ἀπό ἕναν Ἐπίσκοπο καί ἕναν σύμβουλο ἀπό κάθε Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία, πού θά ἔχη τήν εὐθύνη νά ἑτοιμάση τά θέματα πού θά συζητηθοῦν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐπίσης, ἡ Σύναξη τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν διήρεσε καθ’ ὁμάδες τά θέματα πού πρόκειται νά συζητηθοῦν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο, ἀπό τά ὁποῖα ἄλλα ἔχουν ἑτοιμασθῆ ἀπό τίς Προσυνοδικές Πανορθοδόξους Διασκέψεις καί ἄλλα ἑτοιμάζονται ἤ θά ἑτοιμασθοῦν. Συγκεκριμένα:

Ἀπό τήν Εἰδική Διορθόδοξη Ἐπιτροπή θά ἀναθεωρηθοῦν τά κείμενα γιά τά θέματα:
«Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἡ Οἰκουμενική κίνηση», «Οἱ σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», «Ἡ συμβολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στήν προώθηση τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀδελφοσύνης καί τῆς ἀγάπης μεταξύ τῶν λαῶν καί τήν ἐξαφάνιση τῶν φυλετικῶν καί ἄλλων διακρίσεων».

Ἀπό τήν ἴδια Εἰδική Διορθόδοξη Ἐπιτροπή θά γίνη ἐπιμέλεια, ἐφ’ ὅσον χρειασθῆ, τῶν κειμένων πού ἤδη ἔχουν υἱοθετηθῆ: «Τό ζήτημα τοῦ κοινοῦ Ἡμερολογίου», «Τά κωλύματα τοῦ γάμου» καί «Ἡ σπουδαιότητα τῆς νηστείας καί ἡ τήρησή της σήμερα».


Ἡ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη, πού θά συγκληθῆ τό 2015, θά μελετήση τό κείμενο πού υἱοθετήθηκε ἀπό προηγούμενη Διορθόδοξη Προπαρασκευαστική Ἐπιτροπή, μέ θέμα: «Τό Αὐτόνομον στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ὁ τρόπος ἀνακηρύξεώς του».

Ἐπίσης, διατυπώθηκε ἡ εὐχή, στό προπαρασκευαστικό στάδιο νά συζητηθοῦν δύο θέματα, γιά τά ὁποῖα μέχρι τώρα δέν ἐπῆλθε συμφωνία, ἤτοι: «Τό Αὐτοκέφαλον στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κι ὁ τρόπος ἀνακηρύξεώς του» καί «Τά Δίπτυχα». Ἐάν ὑπάρξη ὁμοφωνία, θά παραπεμφθοῦν καί αὐτά στήν Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη τοῦ 2015 καί στήν συνέχεια στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο.



    Ἐλπίζω ὅτι κατά τήν ἐπεξεργασία τοῦ θέματος τῆς σχέσης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπό Χριστιανικό κόσμο θά γίνη λόγος γιά τό analogia entis καί τό analogia fidei, πού εἶναι ἀπό τίς βασικές διαφορές στόν τρόπο θεολογήσεως μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί ἄλλων Χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν, ὅπως ἐπίσης θά τεθῆ τό θέμα τοῦ actus purus, πού εἶναι ἡ πηγή ὅλων τῶν δογματικῶν διαφορῶν μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Παπισμοῦ.



Παρατηρώντας τόν ἀριθμό τῶν θεμάτων βλέπουμε ὅτι εἶναι ἑπτά (7), πού ἑτοιμάσθηκαν καί θά ἑτοιμασθοῦν καί θά ἐπεξεργασθοῦν ἀπό Προσυνοδικές Πανορθόδοξες Διασκέψεις, καί δύο (2) πού διατυπώνεται ἡ εὐχή νά προετοιμασθοῦν, δηλαδή συνολικά ἐννέα (9) θέματα. Ἐπειδή λέγεται ὅτι τά θέματα εἶναι δέκα (10) τόν ἀριθμό, ὑποτίθεται ὅτι ὡς δέκατο θά εἶναι τό θέμα τῆς Διασπορᾶς, γιά τήν ὁποία ἐπιτεύχθηκε μία συμφωνία μέ τίς συσταθεῖσες Ἐπισκοπικές Συνελεύσεις.

Τά κείμενα τά ὁποῖα ἑτοιμάσθηκαν ἀπό δεκαετίες, πρίν τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο, στίς Προσυνοδικές Πανορθόδοξες Διασκέψεις εἶναι ἄγνωστα στούς περισσοτέρους Ἀρχιερεῖς, καί σέ μένα, παραμένουν σέ κάποιες Ἐπιτροπές καί Γραφεῖα καί δέν γνωρίζουμε τό περιεχόμενό τους. Εἶναι εὐνόητον ὅτι τά κείμενα αὐτά πρέπει, ὁπωσδήποτε, νά τεθοῦν ὑπ’ ὄψη τοὐλάχιστον τῶν Μητροπολιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν εὐθύνη γιά τήν ψηφοφορία. Ἰδιαιτέρως, πρέπει νά προσεχθῆ ἡ θεολογική προοπτική τους.

Ἐλπίζω ὅτι κατά τήν ἐπεξεργασία τοῦ θέματος τῆς σχέσης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπό Χριστιανικό κόσμο θά γίνη λόγος γιά τό analogia entis καί τό analogia fidei, πού εἶναι ἀπό τίς βασικές διαφορές στόν τρόπο θεολογήσεως μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί ἄλλων Χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν, ὅπως ἐπίσης θά τεθῆ τό θέμα τοῦ actus purus, πού εἶναι ἡ πηγή ὅλων τῶν δογματικῶν διαφορῶν μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Παπισμοῦ. Καί αὐτό γιατί, ἄν μιά Σύνοδος δέν βασίζεται σέ θεολογικά καί δογματικά θέματα, τότε χάνει τήν βαρύτητά της.
2. Οἱ ἀποφάσεις μέ ὁμοφωνία

Οἱ Προκαθήμενοι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἀποφάσισαν ὅτι ὅλες οἱ ἀποφάσεις τόσο κατά τά προπαρασκευαστικά στάδια, ὅσο καί κατά τίς ἐργασίες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου «θά λαμβάνωνται καθ’ ὁμοφωνίαν». Αὐτό πρακτικά σημαίνει ὅτι ἄν κάποια ἀπό τίς δεκατέσσερεις Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες δέν συμφωνῆ μέ κάποιο κείμενο, τότε δέν θά ὑπάρξη καταληκτική ἀπόφαση. Ὅμως, στήν περίπτωση αὐτή γιά νά ὑπάρξη ἀπόφαση, λόγῳ τῆς ὁμοφωνίας, ἐνδεχομένως θά γίνουν ἑκατέρωθεν ὑποχωρήσεις. Καί, βέβαια, ἐξαρτᾶται ἀπό τίς ἰσχυρές ἀπόψεις πού θά διατυπωθοῦν, γιά τό ποιά θά εἶναι ἡ τελική ἀπόφαση.

Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι σήμερα, δυστυχῶς, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στόν κόσμο ἐκφράζεται μέ τρεῖς κατευθύνσεις, ἤτοι ἀπό ἑλληνόφωνους, σλαυόφωνους καί ἀραβόφωνους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Βέβαια, ἡ γλώσσα δέν εἶναι πρόβλημα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί θεολογία, ἀλλά τό πρόβλημα εἶναι ὁ ἐθνικισμός, ὁ ὁποῖος, ἄν καί ἔχη καταδικασθῆ ἀπό τήν Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τό 1872, ἐν τούτοις στήν πράξη ἀποτελεῖ μιά χαίνουσα πληγή στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί συνδέεται μέ τό μεγάλο πρόβλημα τῆς Διασπορᾶς.

Παρατηροῦμε, δηλαδή, ὅτι, ἐνῶ οἱ ἱεροί Κανόνες γιά τήν συγκρότηση μιᾶς Τοπικῆς Ἐκκλησίας θέτουν γεωγραφικά ὅρια, ἐν τούτοις σήμερα τίθενται ἐθνικιστικές ἀρχές (φυλές, κράτη, γλώσσα, νοοτροπία). Αὐτό σημαίνει ὅτι, ἐνῶ κατά τό κανονικό Δίκαιο σέ κάθε γεωγραφικό τόπο ὑφίσταται μία Ἐκκλησία, ὑπό μία ἐκκλησιαστική ἀρχή, ἀνεξαρτήτως φυλῆς, γλώσσας, ἐθνικότητας κλπ., παρά ταῦτα σήμερα σέ ἕναν γεωγραφικό τόπο μπορεῖ νά ὑπάρξουν πολλοί Ἐπίσκοποι, πού ἀνήκουν σέ διάφορες ἐκκλησιαστικές δικαιοδοσίες, μερικές φορές φέρουν καί τόν ἴδιο τίτλο. Αὐτό φαίνεται ἔκδηλα στήν Ἀμερική -ἀλλά καί σέ ἄλλες περιοχές- ἡ ὁποία ἐνῶ ὑπάγεται ἐκκλησιαστικῶς στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί ὅλοι οἱ Κληρικοί, ἀπό ὅσες χῶρες καί ἄν προέρχωνται, πρέπει νά μνημονεύουν τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, ἐν τούτοις πολλές ἄλλες Ἐκκλησίες ἔχουν δικούς τους Ἐπισκόπους πού συγκροτοῦν ἐθνικές Ἐκκλησίες. Αὐτό εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα προβλήματα τῆς σύγχρονης Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.



    Ἐνῶ κατά τό κανονικό Δίκαιο σέ κάθε γεωγραφικό τόπο ὑφίσταται μία Ἐκκλησία, ὑπό μία ἐκκλησιαστική ἀρχή, ἀνεξαρτήτως φυλῆς, γλώσσας, ἐθνικότητας κλπ., παρά ταῦτα σήμερα σέ ἕναν γεωγραφικό τόπο μπορεῖ νά ὑπάρξουν πολλοί Ἐπίσκοποι, πού ἀνήκουν σέ διάφορες ἐκκλησιαστικές δικαιοδοσίες, μερικές φορές φέρουν καί τόν ἴδιο τίτλο.



Εἶναι ἑπόμενο ὅτι αὐτή ἡ ἀταξία συνιστᾶ ἐκκλησιολογικό πρόβλημα, τό πρόβλημα τῆς «συνεδαφικότητας», πού πρέπει νά ἀπασχολήση τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο. Τό πρόβλημα αὐτό ἀποτελεῖ τροχοπέδη στίς ἀποφάσεις τῆς μέλλουσας Συνόδου, τόσο στό προπαρασκευαστικό στάδιο, ὅσο καί στίς ἐργασίες της, γιατί δημιουργοῦνται, δυστυχῶς, καί θά δημιουργηθοῦν ἄτυπες ὁμοσπονδίες Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, μέ κοινό γνώρισμα τήν γλώσσα, τίς φυλές, ἴσως καί τίς ἐθνοφυλετικές καί πολιτικές νοοτροπίες, πράγμα πού διασπᾶ τήν ἐκκλησιαστική ἑνότητα.

Αὐτήν τήν κατάσταση ἀγωνίζεται νά ὑπερβῆ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, τό ὁποῖο κινεῖται σέ αὐστηρά κανονικά, ἐκκλησιολογικά πλαίσια, πού καθορίσθηκαν ἀπό τούς Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλά, δυστυχῶς, βρίσκει πολλά ἐμπόδια στό ἔργο του.

Ὅλα αὐτά ἐγράφησαν, γιατί ἡ ὁμοφωνία μπορεῖ λόγῳ ὑποχωρήσεων νά ἐκφράση τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, μπορεῖ νά ἀποστασιοποιηθῆ ἀπό τήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, μπορεῖ, ὅμως, νά ἀποτελέση καί «τροχοπέδη» στίς ἀποφάσεις. Ἐν πάσῃ περιπτώσει ἐνδεχομένως ἡ ὁμοφωνία θά συντηρήση τήν ἄτυπη καλλιεργούμενη ὁμοσπονδιοποίηση τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἤ μπορεῖ νά δώση δικαιώματα σέ παγκόσμιους πολιτικούς ἀνταγωνισμούς μεταξύ Κρατικῶν μορφωμάτων, γιά νά χρησιμοποιοῦν τόν ἐκκλησιαστικό χῶρο γιά δικά τους γεωπολιτικά σχέδια.

Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί εἰδικά ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος τά γνωρίζει ὅλα αὐτά μέ τήν πολυχρόνια ἐμπειρία πού διαθέτει καί τά χαρίσματα πού τόν διακρίνουν καί ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στούς διακριτικούς καί εὐέλικτους χειρισμούς του.

Βρίσκω ἐδῶ τήν εὐκαιρία νά τονίσω ὅτι ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης δέν προεδρεύει ἁπλῶς στίς Πανορθόδοξες Συνόδους, ἀλλά ἀποτελεῖ τό κέντρο καί συγκροτεῖ τήν ἑνότητά τους. Τό ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικό πολίτευμα διακρίνεται μέν γιά τήν συνοδικότητα, ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι καταργεῖται ἡ ἱεραρχικότητα, ἀφοῦ τό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι συνοδικῶς ἱεραρχικό καί ἱεραρχικῶς συνοδικό. Ἔτσι, ἀποφεύγεται τόσο ἡ παπική «ἀπολυταρχία», ὡς θεσμός, ὅσο καί ἡ προτεσταντική «ἀναρχία», ὡς πρακτική ζωή.

Ἐπί πλέον πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ἡ Αὐτοκεφαλία στό ὀρθόδοξο κανονικό Δίκαιο δέν λειτουργεῖ οὔτε πρέπει νά λειτουργῆ ὡς αὐτόνομη «αὐτοκεφαλαρχία», μέ τήν ἔννοια τῆς πλήρους ἀνεξαρτησίας, ἀλλά ἐννοεῖται μέ τήν ἔννοια τῆς ἀλληλεξάρτησης μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Νέας Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως. Τό λουθηρανικό πρότυπο εὐνοεῖ μιά Χριστιανική Κοινότητα μέ τήν ἔννοια τῆς πλήρους ἀνεξαρτησίας καί ὄχι ὡς ἀλληλεξάρτησης μέ τίς ἄλλες Ἐκκλησίες, καί αὐτό δέν πρέπει νά βρίσκη ἔρεισμα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
3. Μία «φωνή» - ψῆφος γιά κάθε Ἐκκλησία

Συμφωνήθηκε στήν πρόσφατη Σύναξη τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ὅτι οἱ Αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες θά ἀντιπροσωπευθοῦν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπό τούς Προκαθημένους τους πού θά συνοδεύωνται ἀπό ἕναν ἀριθμό Ἐπισκόπων μικρότερο τῶν εἴκοσι τεσσάρων (24), καί κάθε Ἐκκλησία θά ἔχη μία (1) ψῆφο στίς ἀποφάσεις.

Αὐτό ἔχει σχέση μέ τήν ὁμοφωνία, γιατί στίς συζητήσεις πού ἔγιναν ἕως τώρα τέθηκε τό θέμα: Ἐάν στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας παραστοῦν ὅλοι οἱ Ἱεράρχες ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν, τότε οἱ ἀποφάσεις θά λαμβάνωνται μέ πλειοψηφία, ἀφοῦ κάθε Ἐπίσκοπος θά ἔχη τήν δική του ψῆφο. Ἐάν οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀντιπροσωπεύωνται ἀπό ἕναν συγκεκριμένο ἀριθμό Ἐπισκόπων, τότε κάθε Ἐκκλησία θά ἔχη δικαίωμα μιᾶς ψήφου, ἀλλ' οἱ ἀποφάσεις θά λαμβάνωνται «καθ’ ὁμοφωνίαν». Στήν παροῦσα περίπτωση ἐπιλέχθηκε ἡ δεύτερη δυνατότητα.



    Ἡ ὁρολογία τῶν ἀποφάσεων πρέπει νά εἶναι αὐστηρῶς θεολογική καί ἐκκλησιολογική. Οἱ ἀποφάσεις πρέπει νά συντονίζωνται στήν ὅλη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δέν εἶναι συντηρητική, ἀλλά παραδοσιακή, δέν συνιστᾶ μιά ἀδράνεια, ἀλλά μιά κίνηση, μέσα, ὅμως, ἀπό θεολογική καί ἐκκλησιολογική σκέψη.



Αὐτό τό θέμα συνδέεται μέ πολύ λεπτά ζητήματα πού πρέπει ὁπωσδήποτε νά ἐφαρμοσθοῦν ἀπό κάθε Τοπική Ἐκκλησία. Κατά τήν γνώμη μου θά πρέπει ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ ἀπόφασή της νά συντονίση τήν πορεία, ἤτοι γνώση τῶν ἤδη κειμένων, ἐπιλογή καταλλήλων προσώπων, ἀποφάσεις συγκεκριμένες, σύμφωνα μέ τήν παράγραφο (α), ἄρθρο 4 τοῦ Ν. 590/1977 «Περί τοῦ Κατάστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος». Αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο νά γίνη, γιατί ἡ συμμετοχή τῶν Ἐκκλησιῶν πρέπει νά εἶναι οὐσιαστική καί νά ἐκφράζη τίς κατά τό δυνατόν ὁλοκληρωμένες θεολογικές θέσεις κάθε Ἐκκλησίας, πού θά συντονίζωνται στά δόγματα, τό κανονικό Δίκαιο, τίς ἐκκλησιαστικές παραδόσεις, ἀλλά καί τίς πραγματικές ἀνάγκες τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων, ὄχι ἁπλῶς τίς ἀνάγκες τῶν Κληρικῶν. Τό γράφω αὐτό, γιατί ὑπάρχουν περιπτώσεις πού συζητοῦνται θέματα πού ἀπασχολοῦν, ὡς μή ὤφελε, τούς Κληρικούς καί ὄχι τούς λαϊκούς.

Γιά τό θέμα αὐτό θά ἀναφερθῶ στά Συνοδικά ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας, γιατί δέν εἶναι δυνατόν νά παραμένουμε ἀμέτοχοι σέ τέτοια σοβαρά δογματικά καί ἐκκλησιαστικά θέματα καί νά τά χειρίζωνται μόνον μερικοί Ἱεράρχες, ὅσον κατηρτισμένοι καί ἄν εἶναι. Ὅλοι ἔχουμε εὐθύνη στά ἐκκλησιαστικά ζητήματα, ἰδίως μάλιστα ὅταν κάθε Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία θά καταθέση τίς θέσεις της καί θά ψηφίζη ἑνιαίως μέ μία ψῆφο, γιά τήν ὁποία θά ἔχουμε ὅλοι μέρος τῆς εὐθύνης. Δέν εἶναι δυνατόν νά χωρίζωνται οἱ Ἀρχιερεῖς σέ δύο κατηγορίες, αὐτούς πού συμμετέχουν στήν διαδικασία καί στούς ἄλλους πού μένουν στό περιθώριο καί ἔχουν ἄγνοια τῶν πραγμάτων. Ὅσον ἐξαρτᾶται ἀπό μένα, δέν προτίθεμαι νά ἀποποιηθῶ αὐτῶν τῶν ἱεραρχικῶν μου ὑποχρεώσεων.
4. Ἡ θεολογική ὁρολογία

Εἶναι εὐνόητον, ἐπειδή γίνεται λόγος γιά Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅτι ἡ ὁρολογία τῶν ἀποφάσεων πρέπει νά εἶναι αὐστηρῶς θεολογική καί ἐκκλησιολογική. Οἱ ἀποφάσεις πρέπει νά συντονίζωνται στήν ὅλη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δέν εἶναι συντηρητική, ἀλλά παραδοσιακή, δέν συνιστᾶ μιά ἀδράνεια, ἀλλά μιά κίνηση, μέσα, ὅμως, ἀπό θεολογική καί ἐκκλησιολογική σκέψη.

Ἔτσι, στήν συγγραφή τῶν κειμένων θά πρέπει νά συμμετέχουν Ἀρχιερεῖς καί θεολόγοι πού θά ἐπιμεληθοῦν τήν ὁρολογία πού θά χρησιμοποιηθῆ, ὥστε νά μήν ἐκφράζη τήν νεοσχολαστική, ὑπαρξιστική καί μεταπατερική θεολογία. Εἶναι δέ γνωστόν ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας στίς Οἰκουμενικές Συνόδους ἀγωνίσθηκαν μέ σθένος καί, μέ τήν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χρησιμοποίησαν τήν κατάλληλη ὁρολογία («τῷ βραχεῖ ρήματι καί πολλῇ συνέσει») πού νά ἐκφράζη τήν ὀρθόδοξη πίστη ἀσφαλῶς καί θεοπνεύστως. Ἐπιλογή μιᾶς ἐσφαλμένης ὁρολογίας δημιουργεῖ ἐκτροπή ἀπό τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχή σέ αὐτό καί ἀπαιτοῦνται ἱκανοί Κληρικοί πού θά γνωρίζουν ἐπαρκῶς τήν ἱστορία καί τό περιεχόμενο τῶν ὅρων καί τῶν φράσεων.

Ἐπίσης, ἡ ἀντιμετώπιση βιοηθικῶν θεμάτων, ἄν τελικά τεθῆ τέτοιο θέμα στήν Ἡμερήσια Διάταξη τῆς Συνόδου, πρέπει νά γίνη μέ ἰδιαίτερη προσοχή καί μέ σοφή θεολογική ἐπιμέλεια, ὥστε νά μήν ἀλλοιώνεται ἡ ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία ἐν ὀνόματι τῆς ἐπιστήμης, ὅπως, δυστυχῶς, ἔγινε μέχρι τώρα σέ μερικά κείμενα, κατά τήν εὔστοχη ἐπισήμανση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου παλαιότερα σέ Γράμμα του (5 Ὀκτωβρίου 2006) πρός τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Προσωπικά, ἔχω ἐμπιστοσύνη στόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο, πού διακρίνεται γιά τήν εὐαισθησία του, τήν ἐκκλησιολογία του καί τήν δημοκρατική του νοοτροπία, καί πιστεύω ὅτι θά λάβη ὑπ’ ὄψη του ὅλες τίς θεολογικές καί ἐκκλησιολογικές παραμέτρους τῶν θεμάτων αὐτῶν, ὥστε ἡ Ἐκκλησία μας στήν συγκληθησομένη Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο νά συμμετάσχη μέ ἄριστη προετοιμασία, διότι διαθέτει ἱκανότατο ἀριθμό πεπειραμένων Ἱεραρχῶν καί θεολόγων μέ ἄριστη θεολογική κατάρτιση.

Τό θέμα δέν εἶναι νά συγκληθῆ ἁπλῶς ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλά νά παραμείνη στήν ἱστορία ὡς ὄντως Ἁγία καί Μεγάλη καί νά εἶναι διάδοχη τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τῆς Συνόδου τοῦ 879-80 (Η΄ Οἰκουμενική, ἡ ὁποία ἀναγνώρισε τήν Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο), τῆς Συνόδου τοῦ 1351 (Θ΄ Οἰκουμενική) καί τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου τοῦ 1848, στίς ὁποῖες πρέπει νά ἀναφερθῆ, ὅπως γίνεται σέ τέτοιες μεγάλες Συνόδους, γιά νά μήν παρουσιασθῆ ὡς ἀποκεκομμένη ἀπό τίς προηγούμενες Συνόδους, ἀλλ' ὡς συνέχειά τους. Ἄν δέν γίνη ἀναφορά στίς προηγούμενες Οἰκουμενικές καί Μεγάλες Συνόδους ἤ ἄν ἀναφερθοῦν μόνον οἱ ἑπτά (7) Οἰκουμενικές Σύνοδοι καί παραλειφθοῦν οἱ ἑπόμενες, τότε θά ὑπάρξη σοβαρό θεολογικό καί ἐκκλησιολογικό πρόβλημα. Αὐτή εἶναι ἡ πραγματική πρόκληση ὄχι ἁπλῶς τῆς ἱστορίας, ἀλλά τῆς πραγματικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱερᾶς ἱστορίας, ἡ ὁποία προσδιορίζεται ἀπό μιά θεολογική, ἐκκλησιολογική καί κανονική προοπτική.

Πρέπει νά γίνη καλή προετοιμασία γιά τήν μέλλουσα νά συγκληθῆ Σύνοδο τό ἔτος 2016, ὥστε αὐτή νά συντελέση ὄντως στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι νά ἐνθαρρύνη ἤ νά συντείνη σέ δημιουργία σχισμάτων μέσα στήν Ἐκκλησία, πού θά διασπάσουν τήν ἑνότητά της.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου