Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Η σημερινή κατάσταση τής Ευρωπαϊκής Ένωσης Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου



Η ένταξη τής Ελλάδος στήν Ευρωπαϊκή Ένωση δημιούργησε νέες συνθήκες ζωής καί διαφόρους προβληματισμούς, πού καλούμαστε πολλές φορές νά αντιμετωπίσουμε. Ένας από τούς προβληματισμούς συνδέεται μέ τό ποιά είναι η πολιτιστική υποδομή τής Ευρώπης καί τί σχέση έχει αυτή η υποδομή μέ τόν ελληνικό πολιτισμό, πόσο καί σέ ποιά σημεία επηρεάστηκε η Ευρώπη από τόν ελληνικό πολιτισμό καί κατά πόσο τόν εκφράζει, αλλά καί ποιές είναι οι συνθήκες τής Ευρωπαϊκής Ένωσης στίς ημέρες μας.

Τό θέμα αυτό είναι σοβαρό καί χρήζει αντιμετωπίσεως. Στήν συνέχεια θά εκτεθούν μερικές σύντομες σκέψεις, χωρίς περαιτέρω αναλύσεις καί χωρίς νά διεκδικώ τό απόλυτο.
1. Οι όροι ενοπoίηση καί ολοκλήρωση

Όπως επισημαίνει ο Καθηγητής Παναγιώτης Ιωακειμίδης, πού γνωρίζει πολύ καλά τά ευρωπαϊκά πράγματα, ο όρος «ενοποίηση» (unification) τής Ευρώπης χρησιμοποιείται από τήν Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδόν ταυτόσημα μέ τόν όρο «ολοκλήρωση» (integration) τής Ευρώπης. Όμως συνήθως χρησιμοποιήθηκε ο όρος ενοποίηση μέ έννοια οικονομική, δηλαδή γίνεται λόγος γιά οικονομική ενοποίηση, καί ο όρος ολοκλήρωση χρησιμοποιήθηκε μέ έννοια πολιτική καί γίνεται λόγος γιά πολιτική ολοκλήρωση.

Άν δή κανείς τό θέμα από πλευράς γλώσσας, τότε θά διαπιστώση ότι η ενοποίηση (unification) προέρχεται από τό ρήμα unify πού σημαίνει διαμόρφωση μιάς ενότητας, καί ο όρος ολοκλήρωση (integration) προέρχεται από τό ρήμα integrate πού σημαίνει συνδυασμό δύο διαφορετικών μερών σέ ένα σύνολο καί σημαίνει τήν «διαδικασία τής ολοκλήρωσης πού οδηγεί σέ υπερεθνικές διαρθρώσεις».

Τό γεγονός αυτό οδηγεί τήν σκέψη μας στό τί ενοποίηση επιδιώκεται: οικονομική ή πολιτική, η ένωση λαών καί εθνών ή η ενότητα υπερεθνικών διαρθρώσεων, καί κατ’ επέκταση τί ακριβώς επιζητείται: η ομοσπονδία τής Ευρώπης ή η συνομοσπονδία τών Ευρωπαϊκών λαών;

Αυτό έχει σχέση καί μέ τόν πολιτισμό καί τίς ιδιαιτερότητες κάθε λαού. Καί γύρω από αυτό τό θέμα γίνεται μεγάλη συζήτηση σήμερα στήν Ευρώπη μεταξύ γαλλογερμανικού καί αγγλοσαξωνικού άξονα, χωρίς νά έχουν καταλήξει σέ συγκεκριμένα συμπεράσματα.
2. Τό υπόβαθρο τής ενοποίησης - ολοκλήρωσης

Πολλοί έχουν υπογραμμίσει, καί ο γράφων, ότι η ιδέα τής ενοποίησης τής Ευρώπης είναι μιά ζωηρή ανάμνηση πού επικρατεί στήν Ευρώπη μέσα από προϋποθέσεις τών λαών τής Δυτικής καί Βόρειας Ευρώπης καί αυτή είναι η ιδέα τού Καρλομάγνου.


Εκτός τών διαφόρων ειδικών μελετών η εφημερίδα «Καθημερινή», παλαιότερα σέ ειδικό αφιέρωμά της, έχει ασχοληθή μέ τό θέμα καί έχει συγκεντρώσει απόψεις διαφόρων επιστημόνων μέ τίτλο: «Ο Καρλομάγνος καί η ιδέα τής Ευρώπης». Τά κείμενα τά οποία έχουν συμπεριληφθή γιά τό θέμα αυτό καταλήγουν στό συμπέρασμα ότι στούς δυτικούς λαούς υπάρχει διάχυτη η ιδέα τής προσωπικότητας τού Καρλομάγνου πού θεωρείται ως πατέρας τής ιδέας τής Ενωμένης Ευρώπης. Αυτός είναι ο λόγος γιά τόν οποίον τό κεντρικό κτήριο στίς Βρυξέλλες έλαβε τό όνομα τού μεγάλου αυτού αυτοκράτορα τής Δύσεως, έχει θεσπισθή καί τό βραβείο τού Καρλομάγνου γι’ αυτούς πού ενδιαφέρονται γιά τήν ενότητα τής Ευρώπης, έχουν καθιερωθή υποτροφίες μέ τό όνομά του, θεωρείται πατέρας τού δυτικού εκπαιδευτικού συστήματος καί ο προστάτης τών μαθητών.

Αυτό είναι άξιον υπογραμμίσεως, γιατί ο Καρλομάγνος συγκρότησε τήν «Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία τού Γερμανικού έθνους», έχει αποκηρύξει τίς αποφάσεις τής Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου, εισήγαγε τό filioque καί ήταν αντίθετος πρός τήν Ρωμηοσύνη-Βυζάντιο. Πρέπει αυτό τό θέμα νά μελετηθή από πλευράς Ορθοδοξίας καί ελληνισμού, γιατί συνιστά τήν διαφορετικότητα τών πολιτισμών.

Επίσης, είναι σημαντικό νά σημειωθή ότι κατά καιρούς αναφύονται ενωτικές κινήσεις στήν Ευρώπη μέ τό όραμα τού Καρλομάγνου, απόδειξη ότι ο Φράγκος αυτός ηγεμόνας βρίσκεται στό υποσυνείδητο τής Δυτικής Ευρώπης. Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης από έρευνες πού έχει κάνει καί στό θέμα αυτό έχει ανακαλύψει ότι «στήν ακολουθία τής στέψης τού Ναπολέοντα τήν 2α Δεκεμβρίου τού 1804 μνημονεύεται στίς προσευχές ο Καρλομάγνος αρκετές φορές». Μάλιστα ο Μ. Ναπολέων σέ επιστολή του στόν Καρδινάλιο Φές τήν 7η Ιανουαρίου 1806 έγραφε: «Δέν διαδέχθηκα τόν Λουδοβίκο 14ον, αλλά τόν Καρλομάγνο. Είμαι ο Καρλομάγνος, γιατί σάν τόν Καρλομάγνο ήνωσα τά στέμματα τής Φραγκίας σ' αυτήν τής Λομβαρδίας καί η αυτοκρατορία μου έχει ως σύνορα τήν Ανατολή».

Αυτό σημαίνει ότι η ιδέα καί τό όραμα τού Καρλομάγνου δέν έχει εξαφανισθή από τήν Δυτική Ευρώπη, όπως τό βλέπουμε σήμερα σέ διάφορες ενέργειες καί κινήσεις, καί κατά καιρούς εκφράζεται ποικιλοτρόπως, ακόμη καί μέ τήν θεωρία «τής συγκρούσεως τών πολιτισμών».

Επίσης, σήμερα πρέπει νά εξετασθούν καί τά θρησκευτικά ρεύματα πού επικρατούν στήν Ευρώπη (Παπισμός-Προτεσταντισμός), αλλά καί οι ουμανιστικές καί αθεϊστικές κατευθύνσεις, οι οποίες δημιουργούν διάφορα προβλήματα καί στόν δυτικό άνθρωπο καί στήν Ορθόδοξη Παράδοση.
3. Η σχέση τής Ελληνορθόδοξης Παράδοσης μέ τήν Ευρωπαϊκή κουλτούρα

Στό σημαντικό βιβλίο τού Κωνσταντίνου Βαμβακά μέ τίτλο «Οι θεμελιωτές τής δυτικής σκέψης» αναλύεται ότι η σκέψη τών προσωκρατικών φιλοσόφων συγκρότησε τήν σύγχρονη δυτική σκέψη. Βεβαίως, διατυπώθηκαν καί άλλες απόψεις σύμφωνα μέ τίς οποίες η δυτική σκέψη έχει επηρεασθή από τούς Ίωνες φυσικούς ή τόν Πρωταγόρα καί τούς σχολαστικούς, τόν Επίκουρο ή έχει επηρεασθή από τόν Πλάτωνα καί τόν Αριστοτέλη.

Η αλήθεια είναι ότι τά πολιτιστικά καί ιδεολογικά ρεύματα πού κυριάρχησαν καί κυριαρχούν στήν Ευρώπη είναι πολλά, αφού η Ευρώπη πέρασε διαδοχικά από τόν σχολαστικισμό, τήν μεταρρύθμιση, τήν αντιμεταρρύθμιση, τόν ουμανισμό, τήν αναγέννηση, τόν διαφωτισμό, τόν ρομαντισμό, τόν μοντερνισμό, καί τώρα τόν μεταμοντερνισμό. Όλα αυτά τά ρεύματα εκπροσωπούνται καί σήμερα από ευρωπαίους διανοητές ή καί βιώνονται από τούς ευρωπαίους πολίτας στήν πράξη, μέ αποτέλεσμα νά παρατηρούνται πολλές τάσεις, όπως η μεταφυσική, ο αγνωστικισμός, ο δεϊσμός, ο μυστικισμός, η αθεΐα κλπ.

Επίσης, ο Ελληνισμός διά μέσου τών αιώνων πέρασε από πολλές εκφράσεις, όπως τίς μαγικές θρησκείες, τόν ανθρωπομορφισμό, τούς Ίωνες φυσικούς, τούς σοφιστές, τόν μυστικισμό, τήν οντολογική ερμηνεία τής φύσης, τόν ιδεαλισμό, τήν μετακλασσική περίοδο (Στωϊκοί, Επικούρειοι), τόν νεοπλατωνισμό.

Αυτό σημαίνει ότι στήν Ευρώπη, ως πρός τόν ελληνικό πολιτισμό, κυριαρχούν πολλές εκφράσεις τού ελληνισμού. Κυρίως ο παγανισμός, ο ορθολογισμός, ο ιδεαλισμός καί ο μυστικισμός. Γενικά μπορεί κανείς νά εντοπίση τόσο τό απολλώνειο πνεύμα τού ελληνισμού μέ τόν ορθολογισμό, όσο καί τό διονυσιακό στοιχείο του μέ τόν εκστασιασμό. Επομένως, είναι δύσκολο νά ορίσουμε ποιά έκφραση ελληνισμού έχει επηρεάσει τήν Ευρώπη ο εξελληνισμένος Χριστιανισμός (Χάρνακ) ή ο εκχριστιανισμένος Ελληνισμός (Φλωρόφσκι).

Δέν θά ήθελα, όμως, νά είμαι απαισιόδοξος. Προσωπικά πιστεύω ότι όπως ο ελληνισμός διά μέσου τών αιώνων εκφραζόταν μέ διαφορετικούς τρόπους, έτσι καί σέ μιά φάση τού βίου του εμποτίσθηκε από τήν Ορθοδοξία τών Πατέρων καί εκφράζεται ως ελληνορθόδοξη Παράδοση. Ουσιαστικά, τά οντολογικά καί κοσμολογικά ερωτήματα πού έθεταν οι αρχαίοι φιλόσοφοι απαντήθηκαν από τήν αποκαλυπτική θεολογία τών Πατέρων τής Εκκλησίας.

Προσωπικά θεωρώ ότι σήμερα στήν Ευρώπη υπάρχουν θεολόγοι πού εκφράζουν αυτήν τήν Ελληνορθόδοξη Παράδοση, καθώς επίσης υπάρχουν καί πολλοί πού τήν αναζητούν. Είναι μιά παράδοση πού κάνει λόγο γιά τήν αξία τού ανθρώπου, τήν οικουμενικότητα, τήν αποδοχή τού άλλου, τόν σεβασμό τής ελευθερίας, τήν αποφυγή τού φονταμελισμού, κυρίως είναι μιά παράδοση πού κάνει λόγο γιά έναν ιδιαίτερο τρόπο προσέγγισης τού Θεού, πού είναι η ιερά ησυχία, αυτό πού περιγράφεται στήν Φιλοκαλία τών ιερών Νηπτικών καί βέβαια μιά παράδοση πού αντιμετωπίζει τά πνευματικά προβλήματα τού ανθρώπου, όπως είναι τό νόημα τής ζωής καί τού θανάτου. Επίσης, μελετώντας τά κείμενα τών αγίων Πατέρων, τόν τρόπο συγκροτήσεως τών κατά τόπους Εκκλησιών πού διασώζουν τά αρχαιοελληνικά πρότυπα συναντούμε τήν διαφορά τής παραδόσεώς μας μέ τόν ευρωπαϊκό φεουδαλισμό.

Κυρίως η Ευρώπη σήμερα έχει ανάγκη όχι απλώς από τόν Ελληνισμό, αλλά από τήν ελληνορθόδοξη Παράδοση σέ δύο σημεία. Τό πρώτο είναι η έννοια τού προσώπου στόν Θεό, πού αντιπαρατίθεται στόν θεό τής δυτικής μεταφυσικής (Θωμάς Ακινάτης) καί τού φεουδαλισμού (Άνσελμος Καντερβουρίας), καί στόν άνθρωπο. Καί τό δεύτερο πού έχει ανάγκη σήμερα η Ευρώπη είναι η ησυχαστική-νηπτική παράδοση μέ όλη τήν σημασία τής λέξεως, όπως περιγράφεται στήν Φιλοκαλία τών ιερών Νηπτικών καί τήν οποία μετέφρασε στήν αγγλική γλώσσα οι Palmer Sherrard καί Ware κάτω από τήν καθοδήγηση τού Νομπελίστα ποιητή Eliot. Φυσικά αυτό δέν έρχεται σέ αντίθεση μέ τήν θεία Ευχαριστία καί τήν Εκκλησία, αλλά είναι η απαραίτητη προϋπόθεση βιώσεως καί μετοχής της.

Αυτό έχει ανάγκη ο σύγχρονος δυτικός καί ευρωπαίος άνθρωπος καί αυτό τό γνωρίζω από προσωπική πείρα. Όσοι αγάπησαν τήν Ελλάδα καί τήν Ορθοδοξία τό έκαναν μέσα από νηπτικούς Πατέρες, μέσα από παλαιούς καί συγχρόνους Στάρετς, μέσα από τήν γνωριμία τους μέ τό Άγιον Όρος πού εκφράζει αυτήν τήν παράδοση.

Έτσι η Ευρώπη σήμερα δέν θέλει απλώς ιδεολογία, μεταφυσική, κοινωνιολογία καί ωραίες λέξεις, δέν θέλει απλώς τήν οικονομική καί νομισματική ένωση, αλλά χρειάζεται τήν ζωή πού εκφράζει η Ελληνορθόδοξη Παράδοση, θέλει έναν ελληνισμό πού έχει βαπτισθή στήν ορθόδοξη ησυχαστική θεολογία. Αυτό φαίνεται από τά ρεύματα τού υπαρξισμού, τού σουπερεαλισμού καί τής ψυχανάλυσης. Έτσι, εμείς οι Έλληνες δέν είμαστε οι φτωχοί συγγενείς στήν Ευρώπη, δέν είμαστε οι χρεωκοπημένοι, αλλά εκείνοι πού διαθέτουμε μιά δυνατή παράδοση καί μπορούμε νά νοηματοδοτήσουμε τόν βίο πολλών ανθρώπων πού αναζητούν κάτι καλύτερο. Δέν πρέπει νά αισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε σέ υποδεέστερη θέση λόγω τής οικονομικής ύφεσης, αλλά ότι διαθέτουμε μιά υψηλή μορφή πολιτισμού.
4. Η οικονομική καί νομισματική ένωση

Τόν τελευταίο καιρό λόγω τής οικονομικής ύφεσης πού παρατηρείται στήν Ελλάδα, αλλά καί σέ άλλες χώρες τού ευρωπαϊκού νότου, γίνεται πολύς λόγος, άλλοτε γιά τήν αλληλεγγύη μεταξύ τών Κρατών, άλλοτε γιά τήν απομάκρυνση τής Ελλάδος από τήν νομισματική ένωση τής Ευρώπης. Σίγουρα είναι ένα μεγάλο πρόβλημα πού σχετίζεται μέ δύο επί μέρους προοπτικές.

Η πρώτη είναι άν θά παραμείνη η ένωση τής Ευρώπης στόν οικονομικό παράγοντα ή θά προχωρήση καί στήν πολιτική ένωση. Πάντως, όλες οι συζητήσεις πού γίνονται αφορούν τήν οικονομική καί νομισματική ένωση τής Ευρώπης καί όχι τήν πολιτική. Καί, βέβαια, αυτή η οικονομική ένωση έχει σχέση μέ κυρίαρχα Κράτη καί υποτελή-προτεκτοράτα καί εύκολα υπονομεύεται, αφού τό χρήμα καί τά οικονομικά συμφέροντα δέν έχουν χρονική διάρκεια.

Η δεύτερη προοπτική, συνέχεια τής προηγουμένης, είναι «άν θά γίνη πλήρως οι Ηνωμένες Πολιτείες τής Ευρώπης ή θά μείνη ένα είδος μοντέρνας Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ένα συνονθύλευμα μεταβλητής γεωγραφίας, πού αργά ή γρήγορα θά διαλυθή» (Niall Ferguson, καθηγητής τού Χάρβαρντ, Τά Νέα, 10-11 Μαρτίου 2012). Η επικράτηση τής Γερμανίας στήν Ευρώπη δείχνει τήν τάση γιά μονοκρατορία.

Η αλήθεια, όμως, είναι ότι καί εμείς οι Έλληνες λέμε ότι ανήκουμε στήν Ευρώπη, είμαστε μέλος τής νομισματικής Ένωσης καί όμως δέν συμπεριφερόμαστε ως Ευρωπαίοι, δέν έχουμε επαρκή θεσμική οργάνωση καί πειθαρχία στούς νόμους καί τό δίκαιο, αλλά στήν χώρα μας κυριαρχεί ο νόμος τού ισχυροτέρου καί η τάση υπονόμευσης τών αρχών τού δικαίου καί τής νομιμότητας.

Γενικά, πρέπει νά σημειωθή ότι στήν Ευρώπη επικρατεί ο ουμανισμός, η αδιαφορία καί η απρόσωπη θρησκευτικότητα. Ως πρός τόν Χριστιανισμό η Ευρώπη αποτελείται από τόν σχολαστικισμό τών Παπικών, τόν ηθικισμό τών Προτεσταντών καί μέσα σέ αυτήν υπάρχουν καί μικρά ποσοστά Ορθοδοξίας. Αυτή η διαίρεση έχει σχέση μέ τήν οικονομική πολιτική, διότι η κεφαλαιοκρατία κυριαρχεί εκεί πού επικρατεί ο Καλβινισμός, ο οποίος στηρίζεται στά οικονομικά αγαθά, όπως έχει υποστηρίξει μέ επιχειρήματα ο Μάξ Βέμπερ.

Σίγουρα τά προβλήματα σήμερα είναι πολυσύνθετα, παίζονται γεωπολιτικά παιχνίδια, κυριαρχεί τό δίκαιο τού ισχυροτέρου καί μέσα σέ αυτό εμπλέκεται καί η προσωπική ιστορία τού καθενός μας. Μιά προσέγγιση γεωπολιτική έχει σχέση μέ τήν άνοδο τού οικονομικού επιπέδου τών ανατολικών χωρών. Μετά τόν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο οι δυτικοί μετέφεραν τά κεφάλαιά τους στήν Ιαπωνία, τήν Κίνα, τήν Ταϊβάν κλπ., επειδή τό κόστος παραγωγής στίς χώρες αυτές ήταν χαμηλό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα αφ' ενός μέν νά ανεβή τό οικονομικό επίπεδο τών ανατολικών λαών καί νά γεμίση η δυτική αγορά από τά προϊόντα τους, αφ' ετέρου δέ νά καταρρεύση η οικονομία τών δυτικών χωρών. Έτσι, από ό,τι φαίνεται επιδιώκεται η μεταφορά τών κεφαλαίων από τήν Ανατολή στήν Δύση, γιά νά επέλθη μιά ισορροπία στήν οικονομική αγορά. Αλλά γιά νά γίνη αυτό πρέπει νά κατέβη καί γενικά τό οικονομικό κόστος ζωής τού ανθρώπου.

Πάντως, τό μόνο σίγουρο είναι ότι η ενότητα τής Ευρώπης στηρίζεται σέ οικονομικούς παράγοντες καί σφυρηλατείται από πολιτικά πρότυπα έξω από τήν Ελληνορθοδοξία, ήτοι διακατέχεται από τόν άθεο ουμανισμό καί τόν δυτικό Χριστιανισμό μέ όλες τίς διακλαδώσεις του. Πιθανόν όσοι Ορθόδοξοι θέλουν νά θεωρούνται Ευρωπαίοι απογαλακτίζονται από τήν ιδιαίτερη πολιτιστική καί πνευματική ιδιομορφία καί ταυτότητά τους. Ίσως αυτό συνιστά μιά σύγχρονη προδοσία.
5. Η ουτοπία τής ενότητας τής Ευρώπης

Όλοι οι αναλυτές πιστεύουν ότι τό πρόβλημα τής Ευρώπης δέν είναι η Ελλάδα μόνον, ούτε μερικές χώρες τού Νότου, αλλά γενικά τό όλο οικοδόμημα τής Ευρώπης καί ειδικότερα η Ευρωζώνη. Η Εφημερίδα «Εστία» σέ κύριο άρθρο της (28-11-2011) επισήμανε τό γεγονός ότι η Ευρωζώνη είναι υπό διάλυση καί γενικότερα τό οικοδόμημα τής Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σφαλερό. Θεωρεί ότι οι «ουμανιστές τής Ηνωμένης Ευρώπης καί αρχιτέκτονες τού σημερινού οικοδομήματος διέπραξαν ιστορικά λάθη». Επισημαίνει δέ τρία από αυτά.

Τό πρώτο λάθος ήταν ότι η διεύρυνση τής Ευρωπαϊκής Ένωσης καί η ένταξη νέων Κρατών έγινε χωρίς νά διασφαλισθή από τήν αρχή η λειτουργία της.

«Η ΕΟΚ τών 6 κρατών-μελών πού προέκυψε τήν δεκαετία τού 50 μέ τήν Συνθήκη τής Ρώμης διευρύνθηκε τήν δεκαετία τού 70 σέ 9 κράτη, τήν δεκαετία τού 80 σέ 12 κράτη, τήν δεκαετία τού 90 σέ 15 κράτη καί τήν δεκαετία τού 2000 σέ 27 κράτη. Άλλο είναι νά λαμβάνονται αποφάσεις από ηγέτες 6 ή 10 κρατών πού έχουν λίγο-πολύ κοινά συμφέροντα καί άλλο νά πρέπει νά συμφωνήσουν 27 ηγέτες κρατών μέ τόσο αντικρουόμενα συμφέροντα. Άλλα επιδιώκουν σήμερα η Γερμανία καί τά ανεπτυγμένα κράτη τού Βορρά, άλλα τά κράτη τού ευρωπαϊκού Νότου καί άλλα τά πρώην κομμουνιστικά τής Ανατολικής Ευρώπης. Μέσα σέ αυτά τά πλαίσια καί χωρίς συγκεκριμένους κανόνες είναι αδύνατον νά χαραχθή κοινή πολιτική».

Τό δεύτερο ιστορικό λάθος αναφέρεται στό Ευρωσύνταγμα τό οποίο θά διέπη τήν λειτουργία της.
«Στίς αρχές τής δεκαετίας τού 2000 άρχισε νά καταρτίζεται ο Καταστατικός Χάρτης τής Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Τό 2003, όταν υπεγράφη στήν Αθήνα η συνθήκη προσχωρήσεως τών δέκα νέων κρατών μέ τά οποία η Ε. Ε. θά διευρύνετο από 15 σέ 25 μέλη, ο αρχιτέκτων τού Συντάγματος καί πρώην Πρόεδρος Ζισκάρ ντ’ Εσταίν ρωτήθηκε γιατί δέν προηγείτο η ψήφισις τού Ευρωσυντάγματος τής διευρύνσεως. Απάντησε ότι γιά λόγους δημοκρατικότητος ήταν ορθότερο νά έχουν συμφωνήσει στό Ευρωσύνταγμα όλα τά κράτη-μέλη καί όχι αυτό νά έχη καταρτισθή μόνον από τά παλαιά 15 κράτη-μέλη, τά δέ υπό ένταξιν 10 κράτη-μέλη νά κληθούν νά τό υπογράψουν εκ τών υστέρων. Τό αποτέλεσμα ήταν τελικώς νά καταψηφισθή τό Ευρωσύνταγμα καί η Ευρωπαϊκή Ένωσις νά επεκταθή χωρίς νά διαθέτη Καταστατικό Χάρτη».

Τό τρίτο σημαντικό λάθος εντοπίζεται στήν διάκριση μεταξύ τής Ευρωπαϊκής Ένωσης καί τής Ευρωζώνης.
«Πού ακούσθηκε νά λειτουργή μία οικονομική ένωσις 27 χωρών (η Ε. Ε.) καί εξ αυτών νά έχουν κοινό νόμισμα μόνον οι μισές ή λίγες περισσότερες; Όταν θεσπίσθηκε τό 2002 τό ενιαίο νόμισμα συμμετέσχον σέ αυτό 12 κράτη, τά οποία σήμερα έχουν γίνει 17. Όμως στήν Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν καί δεδηλωμένοι πολέμιοι τού κοινού νομίσματος, όπως η Βρεταννία. Άραγε πώς νά λειτουργήση σωστά τό σύστημα όταν οι μισοί είναι εντός καί οι άλλοι μισοί εκτός; Βλέπετε τί γίνεται κάθε φορά πού συνέρχονται οι Ευρωπαίοι ηγέτες στίς Βρυξέλλες. Άλλη σύσκεψις σέ επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπου συμμετέχουν καί τά 27 κράτη-μέλη, άλλη σύσκεψις στό επίπεδο τού Eurogroup, όπου συμμετέχουν τά 17 κράτη-μέλη τής Ευρωζώνης. Πώς νά υπάρξη σύνθεσις καί νά ληφθούν αποφάσεις υπό τέτοιες προϋποθέσεις;».

Αυτά τά τρία καίρια λάθη, «ως πρός τήν αρχιτεκτονική καί τήν εξέλιξη τού ευρωπαϊκού οικοδομήματος» μέχρι τώρα δέν ήταν εμφανή καί δέν διακύβευαν τήν ύπαρξή της. Τώρα όμως έχουν αλλάξει τά παγκόσμια δεδομένα. Η «Εστία» επισημαίνει: «Τώρα όμως η παγκόσμια οικονομική κρίσις πλήττει κυρίως τήν Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές οικονομίες δέν είναι σέ θέση νά ανταγωνισθούν τίς αναπτυσσόμενες οικονομίες τών κρατών τής Άπω Ανατολής καί χάνουν διαρκώς μερίδιο στόν παγκόσμιο καταμερισμό εισοδημάτων, πλούτου καί θέσεων εργασίας. Γιά νά αντιμετωπισθή η κατάστασις χρειάζεται νά υπάρχουν κοινοί στόχοι καί πολιτική. Τέτοιο πράγμα λοιπόν, σήμερα δέν υπάρχει. Άλλα θέλουν οι Γάλλοι καί οι Γερμανοί, άλλα οι αδύναμες χώρες. Έτσι, τουλάχιστον σέ ό,τι αφορά τό κοινό νόμισμα, κοινή πολιτική δέν υπάρχει.

Υπό τίς σημερινές συνθήκες λειτουργίας της, η Ευρωζώνη δέν φαίνεται νά μπορή νά επιβιώση. Η παγκόσμια κρίσις οξύνεται, τά περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη είναι υπερχρεωμένα (μέ αιχμή τήν Ελλάδα), οι χρηματοοικονομικές αγορές πιέζουν καί αυξάνουν διαρκώς τά επιτόκια δανεισμού, η δέ Ευρώπη ως ενιαία οντότης αδυνατεί νά λάβη αποφάσεις. Παρά τίς πρωτοβουλίες Μέρκελ-Σαρκοζύ γιά τήν δημιουργία νέου Συμφώνου, όλα δείχνουν ότι τό ευρωπαϊκό οικοδόμημα κλονίζεται εκ θεμελίων. Ειδικώς δέ η Ευρωζώνη τελεί υπό διάλυσιν».

Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ήδη πρίν τριάντα (30) περίπου χρόνια, τό έτος 1975, έγραφε: «Ως είναι σήμερον η τευτονοποιηθείσα Ευρώπη ουδέποτε θά ενωθή διότι κυριαρχείται από τό ρατσιστικόν, φυλετικόν, διασπαστικόν, ευδαιμονιστικόν καί εκμεταλλευτικόν πνεύμα τών Τευτόνων τό οποίον αναζητεί τήν καθυπόταξιν καί εκμετάλλευσιν τών λαών υπό μικρών ιδιοτελών ομάδων».

Έτσι, θεωρούσε ουτοπία τήν ένωση τής Ευρώπης μέ τέτοιες προϋποθέσεις, αλλά θεωρούσε λιγότερο ουτοπιστικό νά επιχειρηθή ενότητα τής Ευρώπης μέ βάση τούς Ρωμαίους προγόνους τών σημερινών Ευρωπαϊκών λαών, στούς οποίους επικράτησε τό «ρωμαίϊκον φιλότιμον ως θεμέλιον μιάς αποτευτονοποιηθείσης δυτικής Ρωμαιοσύνης», οπότε «θά αμβλυνθή ο ευδαιμονισμός, ο εγωκεντρισμός καί η ιδιοτέλεια τών σημερινών Ευρωπαίων». Αυτός είναι ο λόγος γιά τόν οποίο υποστήριζε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει νά γίνη μέ βάση τήν Ρωμηοσύνη πού υπήρχε αιώνες στήν Δύση. Έγραφε: «Η παλαιά Φραγκιά δέν υπάρχει πλέον. Οι εν τή Δύσει απόγονοι τών Ρωμαίων όχι μόνον ανέτρεψαν τήν ταξική ευγένειαν καί θεολογίαν τού φεουδαλισμού τών κατακτητών των, αλλά είναι ώριμοι δι’ επάνοδον εις τήν Ρωμαιοσύνην τών προγόνων των, τήν οποίαν οι εν Ανατολή Ρωμαίοι διατηρούν μέχρι σήμερον μέ τό πλήθος τών πολιτιστικών των εκδηλώσεων, τό οποίον υπήρχε καί εις τήν δυτικήν Ρωμαιοσύνην».
Επομένως, είναι ουτοπία νά κάνη κανείς λόγο γιά πραγματική οικονομική καί πολιτική Ένωση σήμερα τής Ευρώπης, αλλά λιγότερο ουτοπιστικό είναι τό όραμα μήπως διά μέσου τής κοινής αρχαίας ρωμαίϊκης πολιτιστικής παράδοσης, πού αναζητείται από πολλούς Ευρωπαίους, επιτευχθή κάποια πολιτιστική ενότητα.

Πάντως, άν δέν τεθή η Ένωση τής Ευρώπης σέ πνευματική, πολιτιστική βάση θά καταρρεύση, αφού τά οικονομικά αγαθά, πού στηρίζονται στό συμφέρον καί τήν ευδαιμονία δέν μπορούν νά τίθενται ως βάση ενώσεως. Αλλά πώς μπορεί νά υπάρξη κοινή πολιτιστική παράδοση σέ μιά κοινωνία πολιτιστικά διασπασμένη; Ο προβληματισμός είναι έντονος. Πώς μπορεί η γερμανική νοοτροπία νά καταλάβη τήν αντίστοιχη ελληνορθόδοξη καί τό αντίστροφο; Αναγκαστικά, λοιπόν, η βάση ένωσης τής Ευρώπης θά στηρίζεται στό χρήμα πού θά προκαλή συνεχείς σεισμικές δονήσεις καί διαρκείς συγκρούσεις, έως ότου τό οικοδόμημα καταρρεύσει.

Τελικά καί εμείς οι Έλληνες αντί νά τά περιμένουμε όλα από τούς άλλους καί αντί νά ζούμε ως φτωχοσυγγενείς, άς μάθουμε κάποτε νά εργαζόμαστε γιά τήν θεσμική ανασυγκρότηση τού Κράτους, άς αποβάλουμε τήν ευδαιμονιστική καί φίλαυτη νοοτροπία μας καί άς καυχόμαστε γιά τήν ελληνορθόδοξη Παράδοσή μας πού είναι ατίμητος θησαυρός καί πρέπει νά διαποτίζη όλη μας τήν ζωή.–

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου