Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

Περί Θειας και Θεοποιού Μεθέξεως ή περί τής Θείας και Υπερφυούς απλότητος Κτιστές χάριτες δεν Θεώνουν Αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά



Κείμενο - Μετάφραση



Πηγή αρχαίου κειμένου: ΕΠΕ τ. 3 κεφ. 41. Σελ. 215-219.

Στο 2ο αυτό μέρος τής επιχειρηματολογίας του, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αφού στο 1ο μέρος αντέστρεψε το επιχείρημα τών αιρετικών εναντίον τους, προχωράει ένα ακόμα βήμα, για να εδραιώσει την Ορθόδοξη θέση. Παίρνοντας ως βάση την εσφαλμένη θέση τών αιρετικών, ότι ο Θεός δημιουργεί μέσω κτιστών ενεργειών, πάνω σε αυτό οικοδομεί απόδειξη ότι άλλο πράγμα είναι η αγιαστική ενέργεια τού Θεού, και άλλο πράγμα είναι η δημιουργική. Και για να κάνει αυτή τη διάκριση, επιστρατεύει λόγους παλαιοτέρων απ' αυτόν αγίων πατέρων, για να στηρίξει τα εξής δύο σημεία:

Α. Ότι δεν είναι δυνατόν να θεώνουν τους αγίους κτιστές ενέργειες, διαφορετικά δεν θα γίνονταν "πνευματικοί", και

Β. Ότι αν η θεοποιός Χάρη τού Θεού ήταν κτιστή, τότε δεν θα υπήρχε κανένας λόγος για πίστη στον Χριστό και στο βάπτισμα και στη λήψη τού Αγίου Πνεύματος, αφού η ίδια κτιστή Χάρη που κατά τους αντιπάλους του βρίσκεται σε όλα τα πράγματα, βρίσκεται και στους αγίους.

Με αυτά ο άγιος Γρηγόριος προετοιμάζει το επόμενο επιχείρημά του, που θα δούμε στο προσεχές 3ο Μέρος.

Κείμενο
   

Μετάφραση

Β. Ει γαρ κτιστή εστιν η εν τοις Αγίοις θεοποιός δωρεά τού Πνεύματος, και ταύθ’ ως έξις ή μίμησίς τις φυσική, καθάπερ ο ταράσσων ημάς περιέρχεται διδάσκων, ουχ υπέρ φύσιν γίνονται οι Άγιοι Θεούμενοι, ουδ' εκ Θεού γεννώνται ουδέ Πνεύμα εισιν ως εκ Πνεύματος γεγεννημένοι, και Πνεύμα μετά τον Κυρίου έν, ως αυτώ κολλώμενοι, ουδέ μόνοις τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού τέκνα Θεού γενέσθαι ο Χριστός εξουσίαν έδωκεν επιδημήσας· και προ της επιδημίας γαρ αυτού πάσιν ενυπήρχεν έθνεσιν, ει γε φυσικώς ένεστιν ημίν, και νυν τοις νυν δυσσεβέσι τε και ασεβέσιν άπασιν.

Άκουσον τού σεπτού Μαξίμου διαλεγομένου προς Πύρρον και λέγοντος: «νεύματι Θεού εκινούντο και Μωυσής και Δαυίδ και όσοι της Θείας Ενεργείας χωρητικοί τη αποθέσει των ανθρωπίνων και σαρκικών ιδιωμάτων γεγόνασι».

Και πάλιν αλλαχού· «της εικόνος ανελθούσης προς το αρχέτυπον και της θείας απειλημμένης ενέργειας, μάλλον δε Θεού τη θεώσει γεγενημένης, και πλέον ηδομένης τη εκστάσει των φυσικώς επ’ αυτής και όντων και νοουμένων δια την εκνικήσασαν αυτήν χάριν του Πνεύματος».
    2. Εάν πράγματι η θεοποιός δωρεά του Πνεύματος στους Αγίους είναι κτιστή, και μάλιστα ως συνήθεια ή μίμησις φυσική, (όπως τριγυρίζει διδάσκοντας αυτός που μάς διαβάλλει), τότε οι Άγιοι Θεούμενοι δεν υπερβαίνουν τη φύση· ούτε γεννώνται από τον Θεό, ούτε είναι πνεύμα ως γεννημένοι από Πνεύμα, ούτε είναι ένα πνεύμα μαζί με τον Κύριο ως ενωμένοι σ' Αυτόν· ούτε μόνο στους πιστεύοντες στο όνομά Του έδωσε ο Χριστός εξουσία να γίνουν τέκνα Θεού με την ενανθρώπισή Του 1. Επειδή και πριν από την ενανθρώπησή Του υπήρχε αυτό σε όλα το έθνη, (αν τουλάχιστον υπάρχει μέσα σ' εμάς με φυσικό τρόπο), και επίσης σε όλους τους τωρινούς δυσσεβείς και ασεβείς.

Άκουσε τον σεβαστό Μάξιμο κατά την ανάπτυξή του προς τον Πύρρο, λέγοντας: «με το νεύμα του Θεού εκινούντο και ο Μωυσής και ο Δαβίδ και όσοι χώρεσαν τη θεία ενέργεια μετά την απόθεση τών ανθρώπινων και σαρκικών ιδιωμάτων»2.

Και πάλι αλλού, «έτσι ώστε η εικόνα να ανέλθει προς το αρχέτυπο και να προσλάβει τη θεία ενέργεια, (ή μάλλον να γίνει θεός με τη θέωση), και πλέον να απολαύσει την έκσταση αυτών που υπάρχουν και νοούνται φυσικά σ' αυτή, λόγω της χάριτος του Πνεύματος που τη γοήτευσε»3.
Γ. Ουκούν ουχ απλώς βελτιούνται την φύσιν οι θεωθέντες, αλλ' αυτήν προσλαμβάνονται την θείαν ενέργειαν, αυτό το Πνεύμα το Άγιον· τούτ’ αυτό γαρ κατά τον μέγαν Βασίλειον, «όταν με την αυτού οικείαν ενοώμεν αξίαν, μετά του Πατρός και του Υιού θεωρούμεν, όταν δε την εις τους μέτοχους ενεργουμένην χάριν ενθυμηθώμεν, εν ημίν είναι λέγομεν».

Ει δε ώσπερ εν τοις κτίσμασι πάσιν ούτω και εν τοις Αγίοις εστί, και ως Θεός κατά τας σοφάς υμών επινοίας, καθάπερ εν τοις άλλοις τα κατάλληλα κτίζει, ούτω καν τοις Αγίοις την αγιότητα, τις χρεία Χριστού και της αυτού παρουσίας; Τις χρεία του κατ’ αυτόν βαπτίσματος και της εξ αυτού προσγινομένης ημίν εξουσίας τε και δυνάμεως; Τις χρεία Πνεύματος εξ υπαρχής αύθις εμφυσωμένου και πεμπομένου και ενοικιζομένου; Και γαρ ως εν τω παντί και ημίν ενήν. Έσται δε και ο Θεός ομοίως κτίζων και θεοποιών.

Καίτοι σαφώς φησιν ο μέγας Βασίλειος, «ει ο Θεός ομοίως κτίζει και γεννά, ομοίως και κτίστης ημών και Πατήρ εστιν ο Χριστός, Θεός γαρ, και ου χρεία της δια τού Αγίου Πνεύματος υιοθεσίας». «Συνήγειρε», -φησιν ο απόστολος-, «και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις εν Χριστώ Ιησού, ίνα ενδείξηται εν τοις αιώσι τοις επερχομένοις τον υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος αυτού εν χρηστότητι εφ' ημάς εν Χριστώ Ιησού. Τη γαρ χάριτί εστε σεσωσμένοι δια της πίστεως· και τούτο ουκ εξ ημών, Θεόν το δώρον· ουκ εξ έργων, ίνα μη τις καυχήσεται».

Συ δ' ημίν εκ μόνων των έργων της κατά φύσιν μιμήσεως κατασκευάζεις την θέωσιν, τούτ’ είναι λέγων θεοποιόν δώρον και χάριν θείαν, την εκ φύσεως μίμησιν;

«Ει τις Πνεύμα Χριστού ουκ έχει, ούτος ουκ εστιν αυτού», και «το Πνεύμα του Θεού οικεί εν ημίν», και «πάντες έν Πνεύμα εποτίσθημεν», και «ο κολλώμενος τω Κυρίω έν Πνεύμα εστι», και κατοικεί Χριστός εν ταις των πιστών καρδίαις δια του Πνεύματος, και «τον λόγον ακούσαντες της αλήθειας, εν ω και πιστεύσαντες εσφραγίσθημεν τω Πνεύματι της επαγγελίας τω Αγίω, ος εστίν αρραβών της κληρονομιάς ημών», και «εν τούτω γινώσκομεν ότι εν αυτώ μένομεν και αυτός εν ημίν, ότι εκ του Πνεύματος αυτού έδωκεν ημίν», και «ουκ ελάβετε», φησί, «πνεύμα δουλείας, άλλα Πνεύμα υιοθεσίας».
    3. Επομένως δεν βελτιώνονται απλώς κατά τη φύση οι θεωθέντες, αλλά προσλαμβάνουν την ίδια τη θεία ενέργεια, το ίδιο το Άγιο Πνεύμα· επειδή αυτό είναι το ίδιο κατά τον μέγα Βασίλειο: «όταν το κατανοούμε με τη συναφή του αξία, το αντιλαμβανόμαστε μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό, και όταν θυμηθούμε την ενεργούμενη Χάρη στους μετόχους, λέμε ότι είναι μέσα μας»4.

Αν όμως είναι μέσα στα κτίσματα όλα όπως και μέσα στους Αγίους, και κατά τις σοφές σκέψεις σας κτίζει ως Θεός και στους Αγίους την αγιότητα, όπως και στα άλλα δημιουργεί ό,τι είναι κατάλληλο, τι χρειαζόταν ο Χριστός και η παρουσία του; Ποια είναι η ανάγκη τού κατά Χριστόν βαπτίσματος, και τής εξουσίας και δυνάμεως που προκύπτει σ' εμάς απ' αυτό; Ποια η ανάγκη Πνεύματος που εμφυσάται και πάλι απ' την αρχή, και στέλνεται να κατοικεί μέσα μας; Επειδή θα είναι μέσα μας όπως και μέσα στο κάθε τι. Και θα είναι και ο Θεός κατά τον ίδιο τρόπο και Κτίστης και Θεοποιός.

Και όμως ο μέγας Βασίλειος λέει σαφώς, «εάν ο Θεός ομοίως κτίζει και γεννά, κατά τον ίδιο τρόπο κτίστης μας και πατήρ είναι και ο Χριστός, αφού είναι Θεός, και δεν χρειάζεται η υιοθεσία του Αγίου Πνεύματος»5. «Μάς συνανέστησε», -λέει ο Απόστολος-, και μάς συνεκάθισε στα επουράνια εν Χριστώ Ιησού, για να δείξει στους επερχόμενους αιώνες τον περίσιο πλούτο της Χάριτός Του με καλοσύνη προς εμάς, εν Χριστώ Ιησού. Επειδή είστε σωσμένοι με την Χάρη μέσω της πίστεως· και αυτό δεν είναι από σάς· το δώρο είναι του Θεού, όχι από έργα, για να μη καυχηθεί κανείς»6.

Εσύ όμως μάς κατασκευάζεις τη θέωση μόνο από τα έργα τής κατά φύσιν μιμήσεως, λέγοντας ότι η εκ φύσεως μίμηση είναι θεοποιό δώρο και θεία Χάρη;

«Όποιος δεν έχει Πνεύμα Χριστού, αυτός δεν είναι δικός Του», και «το Πνεύμα τού Θεού κατοικεί σ' εμάς»7, και «όλοι σε ένα Πνεύμα ποτισθήκαμε»8, και «αυτός που ενώνεται με τον Κύριο είναι ένα πνεύμα με Αυτόν»9, και «ο Χριστός κατοικεί στις καρδιές τών πιστών δια του Πνεύματος»10, και «αφού ακούσαμε το λόγο τής αληθείας, στον οποίο αφού πιστέψαμε σφραγισθήκαμε μέσω του Αγίου Πνεύματος της επαγγελίας, το Οποίο είναι αρραβώνας της κληρονομιάς μας»11 και «απ' αυτό γνωρίζουμε ότι μένουμε σ' Αυτόν και Αυτός μένει σ' εμάς, επειδή μάς έδωσε από το Πνεύμα Του»12, και «δεν λάβατε πνεύμα δουλείας αλλά Πνεύμα υιοθεσίας»13.



Σημειώσεις:

1. Βλέπε Ιω. 1: 12 ε. 3: 6. Α' Κορινθίους 6: 17.

2. Ζήτησις μετά Πύρρου, ΡG 91, 297Α.

3. Περί αποριών, ΡG 91, 1076C.

4. Περί Αγίου Πνεύματος 26, 63, ΡG 32, 184C.

5. Μ. Βασιλείου, Κατά Ευνομίου 4, ΡG 29, 692Α.

6. Εφεσ. 2: 6-8.

7. Ρωμ. 8: 9.

8. Α' Κορινθίους 12: 13.

9. Α' Κορ. 6: 17.

10. Εφεσίους 3: 16-17.
11. Εφεσίους 1: 13-14.

12. Α΄ Ιω. 4: 13.

13. Ρωμ. 8: 15.

Περί Θειας και Θεοποιού Μεθέξεως ή περί τής Θείας και Υπερφυούς απλότητος. Μέρος 1ο: Τα ζώα και τα άψυχα δεν μετέχουν αγιότητας

Δημιουργία αρχείου: 28-4-2015.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου