Αυτές τίς ημέρες ανακοινώθηκε ότι ανακαλύφθηκε τό «μποζόνιο τού Χίγκς», δηλαδή τό έως τώρα αόρατο σωματίδιο, πού αντιστοιχεί στό πεδίο τού Χίγκς, καί προσδίδει μάζα στήν ύλη. Είναι στοιχειώδες σωματίδιο, δηλαδή δέν έχει εσωτερική δομή καί δέν αποτελείται από άλλα συστατικά σωματίδια. Είναι εξαιρετικά ασταθές καί όταν σχηματισθή, καταρρέει σχεδόν ακαριαία καί δίνει άλλα υποατομικά σωματίδια. Άν καί λέγεται καί γράφεται ευρέως ότι τό «μποζόνιο τού Χίγκς» δίνει στά στοιχειώδη σωματίδια τήν μάζα τους, αυτό δέν είναι απόλυτα σωστό. Τήν μάζα τήν δίνει τό πεδίο τού Χίγκς, τό οποίο δέν τήν δημιουργεί εκ τού μηδενός, αλλά τήν εμπεριέχει από πρίν ως ενέργεια. Λέγεται «μποζόνιο τού Χίγκς», γιατί ο βρεττανός επιστήμων Χίγκς, πού ζή ακόμη, πρίν πολλά χρόνια είχε ομιλήσει γιά τήν ύπαρξή του. Οι επιστήμονες εδώ καί μερικά χρόνια προσπαθούσαν νά βρούν τόν τρόπο τής δημιουργίας τού κόσμου, μέ τήν θεωρία τής «Μεγάλης Έκρηξης» καί μέ τά ανάλογα πειράματα αναζητούσαν νά βρούν τά υποατομικά σωματίδια πού δίνουν μάζα στήν ύλη.
1. Η «Μεγάλη Έκρηξη»
Η θεωρία τής «Μεγάλης Έκρηξης» (Big Bang) πού κυριαρχεί σήμερα στήν επιστήμη προσπαθεί νά ερμηνεύση τόν τρόπο τής δημιουργίας τού Σύμπαντος καί τού κόσμου. Οι φυσικοί επιστήμονες ύστερα από διάφορες παρατηρήσεις «συμφωνούν ότι τό σύμπαν ξεκίνησε σάν ένα άπειρα πυκνό, μηδενικών διαστάσεων σημείο καθαράς ενέργειας» (Francis Collins, σελ. 67).
Σέ γενικές γραμμές η θεωρία αυτή είναι η ακόλουθη:
«Σύμφωνα μέ τήν θεωρία τής Μεγάλης Έκρηξης τό Σύμπαν άρχισε από μία αρχέγονη κατάσταση πολύ υψηλής πυκνότητος νά διαστέλλεται ταχύτατα, γεγονός πού οδήγησε σέ μείωση τής αρχικής πυκνότητας καί πτώση τής θερμοκρασίας. Σύντομα η ύλη κυριάρχησε πάνω στήν αντιύλη, ίσως σέ μιά σειρά από διαδικασίες πού προβλέπουν καί τήν διάσπαση τών πρωτονίων. Στό στάδιο αυτό πιθανόν νά ήταν παρόντες πολλοί τύποι στοιχειωδών σωματιδίων. Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα, η θερμοκρασία τού Σύμπαντος μειώθηκε αρκετά καί επέτρεψε τόν σχηματισμό ορισμένων πυρήνων. Σύμφωνα μέ τήν θεωρία, δημιουργήθηκαν συγκεκριμένες ποσότητες υδρογόνου, ηλίου καί λιθίου, οι οποίες επιβεβαιώνονται καί από τίς σύγχρονες παρατηρήσεις. Ύστερα από 1.000.000 χρόνια τό Σύμπαν είχε ψυχθή σέ ικανοποιητικό βαθμό, ώστε νά σχηματισθούν άτομα, οπότε κατέστη δυνατόν η ακτινοβολία νά αρχίση νά ταξιδεύη στόν χώρο. Κατάλοιπο τού πρώϊμου Σύμπαντος είναι η ακτινοβολία μικροκυμάτων τού υποβάθρου (περίπου 3 βαθμών Κέλβιν) πού ανακαλύφθηκε τό 1965 από τούς Άρνο Άλαν Πενζίας καί Ρόμπερτ Γούντροου Γουίλσον. Σύμφωνα μέ τήν θεωρία τής Μεγάλης Έκρηξης, τό σημερινό Σύμπαν, εκτός από τήν συνηθισμένη ύλη καί ακτινοβολία πρέπει νά είναι επίσης πλήρες μέ νετρίνα, στοιχειώδη σωματίδια χωρίς μάζα ή ηλεκτρικό φορτίο. Υπάρχει πάντα η πιθανότητα νά ανακαλυφθούν τελικά καί άλλα κατάλοιπα τού πρώϊμου Σύμπαντος» (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρους Larousse Britanica, τόμ. 35, σελ. 324).
Σχετικά μέ τήν θεωρία τής «Μεγάλης Έκρηξης», κατά τόν μεγάλο επιστήμονα Φράνσις Κόλλινς, υπάρχει ένα αναπάντητο ερώτημα: «άν τό Big Bang κατέληξε σ' ένα σύμπαν πού θά συνεχίσει νά διαστέλλεται γιά πάντα, ή άν κάποια στιγμή θά νικήση η βαρύτητα καί οι γαλαξίες θά αρχίσουν νά συγκλίνουν πάλι μαζί καταλήγοντας σέ μιά "Μεγάλη Σύνθλιψη"! Πρόσφατες ανακαλύψεις αδιευκρίνιστων ποσοτήτων γνωστών σάν σκοτεινή ύλη καί σκοτεινή ενέργεια, πού φαίνεται νά αποτελούν ένα πολύ σημαντικό μέρος τού υλικού τού σύμπαντος, κάνουν τήν απάντηση σ' αυτό τό ερώτημα νά εκκρεμεί, αλλά οι περισσότερες ενδείξεις πρός τό παρόν προβλέπουν μάλλον έναν αργό μαρασμό, παρά μιά δραματική κατάρρευση» (σελ. 67). Ακόμη, η θεωρία τής «Μεγάλης Έκρηξης» θέτει σαφώς τό ερώτημα: «τί έγινε πρίν από αυτό καί ποιός ή τί ήταν υπεύθυνος;». Αυτό τό ερώτημα «ασφαλώς δείχνει τά όρια τής επιστήμης όσο κανένα άλλο φαινόμενο» (σελ. 67-68).
Είναι φυσικό ότι η θεωρία τής «Μεγάλης Έκρηξης» αρχίζει έναν διάλογο μεταξύ επιστήμης καί θεολογίας ή στήν πραγματικότητα μεταξύ επιστημόνων καί θεολόγων. Μερικοί επιστήμονες φθάνουν στό σημείο νά αρνηθούν τήν ύπαρξη τού Θεού καί αποδίδουν τήν δημιουργία τού Σύμπαντος στήν ύλη, αλλά άλλοι αγνωστικιστές επιστήμονες μπροστά στό θέμα αυτό εκφράζονται ως θεολόγοι, όπως ο αστροφυσικός Robert Jastrow πού λέγει: «Τώρα βλέπουμε πώς η αστρονομία οδηγεί σέ μιά βιβλική άποψη τής προέλευσης τού κόσμου. Οι λεπτομέρειες διαφέρουν, αλλά τά ουσιώδη στοιχεία τής αστρονομικής καί βιβλικής περιγραφής τής Γενέσεως είναι τά ίδια. Η αλυσίδα τών γεγονότων πού οδήγησαν στόν άνθρωπο, άρχισαν ξαφνικά καί απότομα σέ μιά ορισμένη στιγμή στόν χρόνο μέ μιά λάμψη φωτός καί ενέργειας» (σελ. 68).
Ο Φράνσις Κόλλινς παρατηρεί: «Οφείλω νά συμφωνήσω (μέ τόν Jastrow). Τό Big Bang κραυγάζει γιά μιά θεία εξήγηση. Επιβάλλει τό συμπέρασμα ότι η φύση είχε μιά ορισμένη αρχή. Δέν μπορώ νά δώ πώς η φύση θά μπορούσε νά δημιουργήση τόν εαυτό της. Μόνο μιά υπερφυσική δύναμη πού είναι έξω από τόν χώρο καί τόν χρόνο μπορεί νά τό έχει κάνει αυτό» (σελ. 68).
2. «Τό μποζόνιο τού Χίγκς»
Όπως ελέχθη πιό πάνω οι επιστήμονες προσπαθούν νά βρούν τό υλικό εκείνο πού υπήρχε μετά τήν «Μεγάλη Έκρηξη» καί μορφοποίησε τό Σύμπαν.
Ο Πίτερ Χίγκς είναι Βρεττανός καθηγητής σέ διάφορα Πανεπιστήμια τής Αγγλίας καί στήν συνέχεια κατέληξε στό Εδιμβούργο όπου καί ζή σήμερα. Τό έτος 1964 διατύπωσε τήν θεωρία τού πεδίου Χίγκς, πού έλαβε τό όνομά του, σύμφωνα μέ τήν οποία θεωρία τό πεδίο αυτό διαπερνά τό Σύμπαν δίνοντας μάζα στά στοιχειώδη σωματίδια, δηλαδή μέ τήν θεωρία αυτή εξηγεί πώς η ύλη αποκτά μάζα. Η θεωρία αυτή τού Χίγκς ταλαιπώρησε τούς ερευνητές καί όπως γράφει ο καθηγητής Γεώργιος Μπαμπινιώτης όταν ο Αμερικανός φρυσικός Dick Teresi τό 1993 έγραψε ένα βιβλίο γιά τό θέμα αυτό, έκανε λόγο γιά τό «αναθεματισμένο σωματίδιο» («Goddamn particle»). Όμως, ο εκδότης τού έργου θεώρησε τήν λέξη «αναθεματισμένο» υβριστική καί απέδωσε ευφημιστικώς τό σωματίδιο ως «σωματίδιο τού Θεού» («The God particle») (Νέα, 5-6-2012). Έτσι, επικράτησε αυτή η ονομασία.
Τό 2008 λειτούργησε ο Μεγάλος Επιταχυντής Ανδρονίων τού CERN (Οργανισμός γιά τήν Πυρηνική Ενέργεια), όπου εργάσθηκαν πολλοί επιστήμονες, ο οποίος προκάλεσε συγκρούσεις δεσμών πρωτονίων μέ ταχύτητα λίγο μικρότερη από τήν ταχύτητα τού φωτός, μέ σκοπό νά ανακαλυφθούν τά μυστήρια τής σωματιδιακής φυσικής καί τής προέλευσης τού Σύμπαντος. Έτσι, πρόσφατα, έγινε η ανακάλυψη «ενός σωματιδίου αόρατου καί θνησιγενούς». Από τίς πληροφορίες πού έχουν δημοσιευθή μάθαμε ότι από τήν διάσπαση τών πρωτονίων «προέκυψαν άλλα σωματίδια πού παγιδεύονταν στούς ογκώδεις ανιχνευτές τού CERN καί από τήν μελέτη τους προέκυπταν ίχνη τού άφαντου σωματιδίου. Οπτικά, δέν θά μπορούσε κανείς νά τό αντικρύσει. Ζεί μόνο γιά ένα εκατομμυριοστό τού δισεκατομμυριοστού τού δισεκατομμυριοστού τού δευτερολέπτου» (ΝΕΑ, 5-6-2012). Τό σωματίδιο αυτό άφησε μερικά ίχνη πίσω του καί φάνηκε ότι υπάρχει.
Σύμφωνα μέ τούς επιστήμονες είναι ένα σωματίδιο «σήμα κατατεθέν ενός πεδίου, πού απλώνεται σέ ολόκληρο τό Σύμπαν, καί προσδίδει στά σωματίδια τήν μάζα πού έχουν». Όταν έγινε η «Μεγάλη Έκρηξη» όλα τά σωματίδια δέν είχαν μάζα, αλλά τήν «απέκτησαν όταν ενεργοποιήθηκε τό πεδίο μετά τήν Μεγάλη Έκρηξη». Τό σωματίδιο τού Χίγκς «αιχμαλωτίζει» τά στοιχειώδη σωματίδια καί τά καθιστά βαρύτερα προσδίδοντάς τους μάζα. Έτσι, τά σωματίδια αποκτούν μάζα καί ξεχύνονται στό Σύμπαν γιά νά δημιουργήσουν τόν κόσμο. Τό ερώτημα πού τίθεται είναι πώς αυτό τό «αόρατο» καί «θνησιγενές» σωματίδιο μπόρεσε νά δημιουργήση όλο τό Σύμπαν, αλλά καί τόσα όντα –έλλογα καί άλογα– πού κατοικούν στήν γή καί όλες τίς ομορφιές; Καί πώς σέ αυτό τό σωματίδιο οφείλεται όλη η λογικότητα τού ανθρώπου καί οι πνευματικές αναζητήσεις τού Θεού από τόν άνθρωπο;
Πάντως, οι επιστήμονες, παρά τήν ανακάλυψη αυτή, ισχυρίζονται ότι μένουν πολλά ακόμη σημεία νά διευκρινισθούν πού δέν μπορούμε τώρα νά εξηγήσουμε στό Σύμπαν, όπως η λεγόμενη «σκοτεινή ύλη», πού αποτελεί τό 25% τού Σύμπαντος, οι μαύρες τρύπες καί οι «περίφημες έξτρα διαστάσεις». Ο γνωστός ακαδημαϊκός Δημήτριος Νανόπουλος ισχυρίζεται ότι «τό μποζόνιο τού Χίγκς» «ανοίγει τόν δρόμο γιά τήν ερμηνεία πολύπλοκων καταστάσεων στό Σύμπαν», «μάς βοηθά νά κατανοήσουμε περίπου τό 4% τού Σύμπαντος», ενώ «τό 25% τού Σύμπαντος πού αποτελείται από τήν λεγόμενη σκοτεινή ύλη παραμένει ακατανόητο καί τό Καθιερωμένο Μοντέλο μάς είναι άχρηστο» (ΝΕΑ, 5-6-2012).
Τό υπόλοιπο τού Σύμπαντος φαίνεται ότι αποτελείται από μιά τελείως μυστηριώδη οντότητα, τήν σκοτεινή ενέργεια.
3. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης γιά τήν δημιουργία τού κόσμου
Ἅγιος Γρηγόριος ΝύσσηςΕίναι ανάγκη νά δούμε μέ συντομία τήν εκπληκτική διδασκαλία τού αγίου Γρηγορίου Νύσσης γιά τήν δημιουργία τού κόσμου, πού ομοιάζει κατά κάποιον τρόπο μέ τήν θεωρία τής «Μεγάλης Έκρηξης» μέ τήν διαφορά ότι τήν ερμηνεύει μέσα από τήν ενέργεια τού Θεού, ότι, δηλαδή, ο Θεός μέ τήν άκτιστη ενέργειά Του δημιούργησε τόν κόσμο. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης απορρίπτει, όπως τό κάνουν όλοι οι άγιοι Πατέρες, τήν αυτόματη δημιουργία τού κόσμου, γιατί όλα έγιναν μέ τήν δημιουργική ενέργεια τού Θεού καί προήλθαν «εκ τού μή όντος». Τά πάντα δημιουργήθηκαν «ουκ αυτομάτω τινί συντυχία, κατά τινα άτακτον καί τυχαίαν φοράν».
Εκτός από τήν αρχή τής μή «αυτομάτου συντυχίας» γιά τήν δημιουργία τού κόσμου, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης κάνει λόγο γιά τήν «αθρόαν καταβολήν». Έτσι εξηγεί τόν λόγο τού Μωϋσέως «εν αρχή εποίησεν ο Θεός τόν ουρανόν καί τήν γήν». Γράφει: «Η ούν αθρόα τών όντων παρά τής αφράστου δυνάμεως τού Θεού καταβολή αρχή παρά τού Μωϋσέως, ήγουν "κεφάλαιον" κατενομάσθη». Η σύσταση τών όντων έγινεν αθρόως: «Ότι αθρόον τής τών όντων συστάσεως…». Μιά άλλη βασική αρχή πού συνδέεται μέ τό προηγούμενο είναι ότι στήν κτίση υπάρχει ο λεγόμενος «εγκείμενος τής κτίσεως λόγος». Ακόμη καί όταν δημιουργήθηκε τό Σύμπαν, πρίν εμφανισθή κάθε μέρος, όλο τό Σύμπαν βρισκόταν στό σκοτάδι, γιατί «ούπω γάρ εξεφάνη τού πυρός η αυγή υποκεκρυμμένη τοίς μορίοις τής ύλης» καί έτσι όλα ήταν αόρατα, αφανή καί ανακατεμμένα. Όταν ο Θεός έδωσε εντολή γιά τήν γένεση τού κόσμου, τότε αυτό τό πύρ πού επισκιαζόταν από τά μόρια τής ύλης επρόβαλε καί αμέσως «τώ φωτί τά πάντα περιηυγάζετο».
Έπειτα, μέσα σέ όλη τήν κτίση υπάρχει ο λόγος τού Θεού. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης κάνει λόγο γιά τόν «εγκείμενον τής κτίσεως λόγον». Σέ κάθε όν ενυπάρχει κάποιος σοφός καί τεχνικός λόγος, έστω κι άν εμείς δέν τόν βλέπουμε έτσι, «πάν τό γινόμενον, λόγω γίνεται» καί τίποτα από εκείνα πού δημιουργήθηκαν από τόν Θεόν δέν νοείται «άλογόν τι καί συντυχικόν καί αυτόματον». Όταν ο Θεός είπε «γεννηθήτω φώς», ερμηνεύεται ότι αυτό αναφέρεται «εις τόν εγκείμενον τής κτίσεως λόγον».
Αυτός ο λόγος-ενέργεια πού ενυπάρχει σέ όλα τά όντα χαρακτηρίζεται από τόν άγιο Γρηγόριο Νύσσης «οιωνεί σπερματική δύναμις». Πρόκειται γιά τήν πρώτη ορμή τού Θεού πρός δημιουργία, πού υπήρχε «δυνάμει» στήν κτίση, όχι όμως καί ενεργεία, διότι η γή ήταν ακόμη αόρατη καί ακατασκεύαστη. Η αριστοτελική αρχή τού δυνάμει καί ενεργεία χρησιμοποιείται από τόν άγιο Γρηγόριο Νύσσης γιά νά ερμηνεύση τό πώς δημιουργήθηκε η κτίση. Αυτή η σπερματική δύναμη στά όντα, τήν οποία έβαλε ο Θεός, ενεργοποιήθηκε μέ τήν δύναμη τού λόγου Του. Γράφει: «τή μέν δυνάμει τά πάντα ήν εν πρώτη τού Θεού περί τήν κτίσιν ορμή, οιονεί σπερματικής τινος δυνάμεως πρός τήν τού παντός γένεσιν καταβληθείσης, ενεργεία δέ τά καθ' έκαστον ούπω ήν». Έτσι, τά διάφορα είδη τών όντων ήταν αποτέλεσμα τής σπερματικής δυνάμεως καί τής δημιουργικής ενέργειας τού Θεού. Στήν αρχή ο Θεός δημιούργησε τήν άμορφη ύλη πού δέν ήταν άκτιστη, καί στήν συνέχεια μέ τόν δημιουργικό Του λόγο δημιούργησε τίς ποιότητες καί έτσι δημιουργήθηκαν τά επί μέρους είδη.
Μέ αυτήν τήν δύναμη καί σοφία πού καταβλήθηκαν στήν κτίση γιά τήν τελείωση κάθε μορίου τού κόσμου, «ειρμός τις αναγκαίος κατά τινα τάξιν επηκολούθησεν». Γράφει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης ότι όλα έχουν προκατανοηθή από τήν σοφία τού Θεού «τά διά τινος αναγκαίας τάξεως κατά τό ακόλουθον εκβησόμενα». Γίνεται φανερό ότι η δημιουργία τού κόσμου «εν αρχή» καί η επί μέρους δημιουργία τών όντων, ήτοι τό δυνάμει καί ενεργεία, η άμορφος ύλη, τά μόρια καί η εξέλιξή τους, οι ποιότητες έγιναν μέ τήν προσωπική ενέργεια τού Θεού, μέ τόν δημιουργικό Του λόγο, πού εισήλθε ευθύς εξ αρχής «αθρόως» στήν ουσία τών όντων. Από εκεί μέ τήν δημιουργική ενέργεια τού Θεού προήλθε αυτή η ορμή καί τό φώς πού περιέλουσε τήν κτίση καί δημιούργησε τίς ποιότητες τών ειδών. Επομένως, ο κόσμος δημιουργήθηκε από τόν Θεό, μέ τήν άκτιστη δημιουργική ενέργειά Του καί μέσα σέ όλη τήν κτίση υπάρχει η άκτιστη ενέργεια τού Θεού πού ουσιοποιεί καί ζωοποιεί τήν κτίση.
4. Επιστήμονες καί Πατέρες τής Εκκλησίας
Επανερχόμενος στήν σύγχρονη ανακάλυψη τού «μποζονίου τού Χίγκς» θέλω νά υπενθυμίσω ότι μερικοί αποκάλεσαν αυτό τό σωματίδιο ως «σωματίδιο τού Θεού». Άλλοι όμως διετύπωσαν τήν άποψη ότι κακώς αποδόθηκε ως «σωματίδιο τού Θεού», αλλά ο καλύτερος ορισμός είναι «σωματίδιο θεός». Υφίσταται μεγάλη διαφορά. Άλλο νά υποστηρίζη κανείς ότι πρόκειται γιά έναν τρόπο μέ τόν οποίο ο Θεός δημιούργησε τόν κόσμο, καί άλλο ότι αυτή η ενέργεια καί η ύλη είναι θεός. Στήν δεύτερη αυτή περίπτωση όχι μόνον οδηγείται ο άνθρωπος στόν αγνωστικισμό καί τόν αθεϊσμό, αλλά αποδέχεται τόν ματεριαλισμό-υλισμό, ότι δηλαδή αρχή τού κόσμου είναι η ύλη.
Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι προσπαθούσαν νά απαντήσουν στό ερώτημα πώς δημιουργήθηκε καί υπάρχει ο κόσμος καί, όπως λέγει ο Χάϊντεγκερ, ερωτούσαν «γιατί υπάρχουν τά όντα καί όχι τό τίποτα». Μπορούμε νά δούμε δύο γενικές απαντήσεις πού δόθηκαν γιά τό θέμα αυτό. Μερικοί προσωκρατικοί φιλόσοφοι, όπως οι λεγόμενοι Ίωνες φυσικοί (Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης), πού είναι «εισηγητές τής λογικής, αμυθολόγητης κοσμοερμηνείας», μιλούσαν γιά τήν ύπαρξη τής ύλης από τήν οποία δημιουργήθηκε ο κόσμος, η οποία ύλη έχει μέσα της δύναμη, οπότε «ύλη καί δύναμη είναι ένα» καί «η ενέργειά της μηχανική». Οπότε, ο κόσμος, κατά τήν ιωνική αντίληψη «είναι υλικός καί μηχανικός». Αυτή η «ιωνική φυσική», «η φυσιολογία», όπως έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες, «έχει βάση τόν ντετερμινισμό» (Χαράλαμπος Θεοδωρίδης). Άλλοι, οι μεταφυσικοί φιλόσοφοι, όπως ο Πλάτων, ανέπτυξαν τήν θεωρία τών ιδεών, ότι όλα τά όντα είναι αντίγραφα τών ιδεών πού υπήρχαν στόν νού τού ανώτατου όντος, τού Θεού, ο δέ Αριστοτέλης έκανε λόγο γιά τό «πρώτον ακίνητον κινούν».
Οι Πατέρες τής Εκκλησίας, όπως είδαμε προηγουμένως καί στόν άγιο Γρηγόριο Νύσσης, μελέτησαν τά σχετικά μέ τήν δημιουργία τού κόσμου μέ θεολογικό λόγο. Αρνήθηκαν καί τόν υλισμό καί τήν μεταφυσική. Έτσι, στίς δύο αυτές φιλοσοφικές κατευθύνσεις «εν αρχή ήν η ύλη» καί «εν αρχή ήν η ιδέα», αντιπαρέθεσαν τό «εν αρχή ήν ο Λόγος». Ο Θεός είναι πρόσωπο, είναι αγάπη, αφού η αγάπη είναι η άκτιστη ενέργεια τού Θεού. Επομένως, ο Θεός δέν είναι ούτε ιδέα ούτε ύλη. Έπειτα, λέγουν ότι ο Θεός εδημιούργησε τόν κόσμο «εξ ουκ όντων», «εκ μή υπαρχούσης ύλης» μέ τόν λόγο Του πού είναι η άκτιστη ενέργειά Του, η οποία δημιουργεί κτιστά όντα.
Σύγχρονοι επιστήμονες χωρίζονται σέ δύο κατηγορίες, ερμηνεύοντας τίς νέες ανακαλύψεις. Στήν πρώτη κατηγορία ανήκουν εκείνοι πού αποδέχονται κάποια δύναμη πού βρίσκεται έξω από τόν χώρο καί τόν χρόνο, η οποία δημιούργησε τόν κόσμο. Στήν δεύτερη κατηγορία είναι οι αγνωστικιστές καί οι άθεοι πού ερμηνεύουν τήν δημιουργία τού κόσμου χωρίς νά πιστεύουν στήν ύπαρξη τού Θεού. Πρόσφατα διάβασα τίς απόψεις ενός επιστήμονος πού έλεγε: «Είμαστε μιά ανακατανομή τού τίποτα». Επίσης έλεγε ότι η «Μεγάλη εικόνα» «πού έχουμε σήμερα γιά τήν εμφάνιση κι εξέλιξη τού σύμπαντος» σέ συνδυασμό μέ τήν δαρβινική εξέλιξη τών ειδών «ελευθερώνει τόν άνθρωπο από πολλά θεμελιώδη καί υπαρξιακά ερωτήματα πού τόν απασχολούν από τότε πού υπάρχει» (Δ. Νανόπουλος). Πάντως, κατά τούς Πατέρας, οι επιστήμονες μπορούν νά ερευνούν τόν κόσμο, νά εξετάζουν από τί αποτελείται, πώς έγινε, αλλά δέν μπορούν νά εισέρχωνται σέ άλλα πεδία, δηλαδή τής ύπαρξης ή μή τού Θεού.
Άλλωστε, άλλο είναι τό έργο τής επιστήμης καί άλλο τό έργο τής ορθόδοξης θεολογίας καί δέν πρέπει νά υπάρχη σύγκρουση ή σύγχυση μεταξύ τους. Η επιστήμη ερευνά τόν κτιστό κόσμο, τήν ύλη, τά άτομα, τά μόρια, τά πρωτόνια, τά σωματίδια, τό κύτταρο, τά γονίδια κλπ. ενώ η θεολογία, πού είναι εμπειρία, ασχολείται μέ τό πώς ο άνθρωπος θά γνωρίση τόν Θεό-πρόσωπο μέ τίς άκτιστες ενέργειές Του. Η επιστήμη προχωρεί σέ διάφορες ανακαλύψεις οι οποίες πρέπει νά ωφελούν καί νά μή βλάπτουν τούς ανθρώπους, καί η ορθόδοξη θεολογία δίνει απαντήσεις στίς πνευματικές αναζητήσεις τού ανθρώπου καί στό πώς θά αποκτήση ανιδιοτελή αγάπη πρός τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους του, σέ μιά εποχή μάλιστα πού όχι μόνον κηρύσσεται «ο θάνατος τού Θεού», αλλά καί «ο θάνατος τού πλησίον».
Τελικά, όσες ανακαλύψεις καί άν κάνη η επιστήμη, ο άνθρωπος πεινά καί διψά γιά προσωπικό Θεό, γιά ανιδιοτελή αγάπη, εσωτερική ειρήνη καί ελευθερία, γιά πληρότητα πνευματική, θέλει νά μάθη τί υπάρχει πέρα από τήν κτίση, τί γίνεται μετά τόν θάνατο, τί είναι η αιώνια ζωή κ.ά. Ο άνθρωπος δέν είναι άλογο όν, αλλά αναπτύσσει πολιτισμό, καλλιεργεί τίς πνευματικές αρχές, αναζητά τόν Θεό καί επιδιώκει νά βιώση τήν αγάπη Του. Ο άνθρωπος μπορεί νά ζήση χωρίς επιστήμη, αλλά δέν μπορεί νά ζήση χωρίς Θεό.
Επομένως, η επιστήμη προσπαθεί νά δώση μιά ερμηνεία γιά τήν δημιουργία καί τήν σύσταση τού κόσμου, αλλά εκείνο πού έχει μεγάλη σημασία είναι ποιός δημιούργησε τόν κόσμο καί τόν άνθρωπο. Ο Θεός δέν είναι μιά άλογη δύναμη, ούτε ένα ευδαίμον όν, αλλά πρόσωπο, είναι ο Λόγος πού δημιούργησε τόν κόσμο καί μέσα σέ όλη τήν κτίση υπάρχουν οι «λόγοι τών όντων», η ενέργεια τού Θεού. Ακόμη ο Υιός καί Λόγος τού Θεού προσέλαβε σώμα γιά νά θεώση τόν άνθρωπο. Έτσι, ο άνθρωπος πού, κατά τόν σημαντικό ορισμό τού αγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου, είναι «ζώον ενταύθα οικονομούμενον καί αλλαχού μεθιστάμενον καί πέρας τού μυστηρίου τή πρός Θεόν νεύσει θεούμενον», δέν αναπαύεται σέ μερικές ανακαλύψεις, όσο ωφέλιμες κι άν είναι, αλλά αναζητά τόν προσωπικό Θεό.
(Δημοσιεύθηκε στήν romfea.gr, Ιούλ. 2012)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου